tag:blogger.com,1999:blog-85091376571136774992024-02-21T00:08:44.998+02:00Jack and BobUnknownnoreply@blogger.comBlogger24125tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-22873171398931907282010-05-05T11:15:00.000+02:002007-05-11T20:18:13.912+02:00ΕισαγωγήΟ <span style="font-weight: bold;">Jack</span> είναι ένα αδιόρθωτο ημιπεριθωριακό ρεμάλι. Η <span style="font-weight: bold;">Kate</span> είναι η μόνη όαση στην καμένη ζωή του. Όταν και αυτή, κουρασμένη από την αθλιότητα την οποία την αναγκάζει να ανέχεται, αποφασίζει να τον εγκαταλείψει, τότε πια ο <span style="font-weight: bold;">Jack</span> καταφεύγει στη μόνη ελπίδα που του έχει απομείνει στον κόσμο και γρήγορα παρασέρνεται στη δίνη μιας περιπέτειας γεμάτης κινδύνους, μεταφυσικά φαινόμενα και βρώμικο χρήμα. Και στο κέντρο της δίνης, ο αποστάτης <span style="font-weight: bold;">Bob</span>, ο "άνθρωπος"-κλειδί σε όλη αυτή την υπόθεση.<br /><br />Ποιός όμως είναι πραγματικά ο μυστηριώδης <span style="font-weight: bold;">δρ. Tonperni</span>; Τί ρόλο παίζει ο σιωπηλός βοηθός <span style="font-weight: bold;">Luigi Torres</span>; Αρκεί μια αιωνιότητα για να μετακινηθεί ένας <span style="font-weight: bold;">κρυστάλλινος πάγος</span>; Γιατί η <span style="font-weight: bold;">Μαίρη</span> έχει πονοκεφάλους; Υπάρχουν όντως <span style="font-weight: bold;">δολάρια σε κέρμα</span>; Ακολουθήστε τη συναρπαστική ιστορία του Jack, και οι απαντήσεις αυτών των φλεγόντων ερωτημάτων δεν θα αργήσουν να ξεδιπλωθούν μπροστά στα μάτια σας...<br /><br />********************************************************************************<br /><br />Εφτά νέοι, πολλά υποσχόμενοι συγγραφείς ενώνουν τις δυνάμεις και τα ταλέντα τους με στόχο να γράψουν τη μεταμοντέρνα online νουβέλα που θα τους δώσει επιτέλους τα φράγκα, τη δόξα και τις γκόμενες που τους αξίζουν και που οι καθημερινές δουλειές τους τους αρνούνται πεισματικά.<br /><br />Κατά τη συγγραφή ακολουθούνται οι εξής κανόνες<br />1. καθένας γράφει το πολύ μέχρι τριακόσιες λέξεις. <br />2. το μέγιστο επιτρεπτό διάστημα μεταξύ δυο δημοσιεύσεων είναι τρεις μέρες. Σε περίπτωση που ο συγγραφέας ο οποίος έχει σειρά υπερβεί το χρονικό όριο, τον προσπερνάμε.<br />3. η ιστορία θα τελειώσει σε πέντε γύρους, δηλαδή θα γράψουμε ο καθένας από πέντε φορές. Η σειρά σε κάθε γύρο είναι:<br />spithros<br />gfoufoutos<br />mitsaras<br />Thanos Zakopoulos<br />civil<br />phantom writter<br />orestis<br />Δηλαδή, τελευταίος γράφει ο κος Ευθυμίου, μη του γαμήσει ο Spithros.mitsarashttp://www.blogger.com/profile/00548337246524487142noreply@blogger.com22tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-40824129192291701552009-05-29T17:51:00.008+02:002009-05-29T18:54:46.616+02:005.1«Μπορεί κάποιος να μου εξηγήσει τί στο δαίμωνα κάνουμε ακόμα σε αυτή την κωλοκαφετέρια;» Είπε ο Τζακ εκνευρισμένος.<br />«Τι στον ποιον;» Ο Μπομπ τον κοίταξε ανασηκώνοντας τα φρύδια, ένα βλέμα που τον έκανε να το βουλώσει αμέσως.<br />«Δεν έχει κι άδικο, Μπομπ. Ενάμιση χρόνο εδώ πέρα και δεν έχουμε καν ολοκληρώσει τις συστάσεις.» Η φωνή της Έλενα φαινόταν να έχει επίδραση ακόμα και στο θηριώδη ξένο, που ανακάθισε ξεφυσώντας, πήρε τον καφέ του Τζάκ στο χέρι του και τον έφερε στα χείλη του. Την επόμενη στιγμή ωστόσο, τον απομάκρυνε με μια έκφραση αηδίας ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του.<br />«Κρύωσε κι αυτή η μαλακία.»<br />«Χαλάρωσε. Ας ηρεμήσουμε και ας κάτσουμε να σκεφτούμε πώς μπορούμε να βρούμε τον υπεύθυνο για αυτή την εκνευριστική καθυστέρηση. Κι όταν τον βρούμε...» Ξαναείπε η Έλενα με νόημα.<br />«Ίσως μπορεί να μας βοηθήσει αυτός ο ηλίθιος.» Ψιθύρισε ο Μπομπ, γέρνωντας συνωμοτικά πάνω από το τραπέζι. «Κάποιος λόγος πρέπει να υπάρχει που μου έχει γίνει κολαούζος. Κάποιο ρόλο πρέπει να παίξει κι αυτός σε αυτή την υπόθεση.» Ο Τζακ κοίταξε διερευνητικά τον χλωμό, κοκκινομάλλη νεαρό που στεκόταν ακόμα όρθιος και τους παρακολουθούσε.<br />«Για έλα εδώ εσύ.» Η Έλενα χαμογέλασε ζεστά. Ο νεαρός πλησίασε το τραπέζι με μικρά, νευρικά βήματα. «Κάθησε. Μπορείς να βρεις ποιος ευθύνεται για αυτή την κατάσταση;»<br />Έγνεψε καταφατικά. «Αν τελείωσες τον καφέ σου γύρνα το φλυτζάνι ανάποδα» Η τρεμάμενη φωνή του είχε έναν ενοχλητικό, διαπεραστικό τόνο. Η Έλενα τον κοίταξε παραξενεμένη, μα έκανε αυτό που της ζήτησε. Ο νεαρός άρχισε να ψέλνει σιγανά μέσα από τα δόντια του, σε μια ακατάληπτη, αρχαία γλώσσα, που έκανε ακόμα και τον Μπομπ να ανατριχιάσει.<br />Ένα λεπτό μετά, το λιπόσαρκο χέρι του νεαρού έπιασε το φλυτζάνι, το γύρισε αργά και το ξανααπίθωσε στο πορσελάνινο πιατάκι. Τέσσερα πρόσωπα στριμώχτηκαν πάνω από το τραπέζι, προσπαθώντας να δουν καλύτερα. Με φρίκη ο Τζακ διέκρινε ξεκάθαρα στο βυθό του φλυτζανιού ένα αποτρόπαιο φαλακρό κεφάλι και τα αρχικά «ΣΓ».mitsarashttp://www.blogger.com/profile/00548337246524487142noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-90564931808799522812007-10-04T16:17:00.001+02:002009-05-29T17:46:11.835+02:004.7<p class="MsoNormal">N<span style="" lang="EL">έα Υόρκη- 9 περίπου μήνες αργότερα.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">Ο </span>Jack<span style=""> <span lang="EL">έπαιζε νευρικά<span style=""> </span>τα δάχτυλα του πάνω στο τραπέζι της καφετέριας </span></span>Ambrosia<span style=""> <span lang="EL">της 45<sup>ης</sup> </span></span>Avenue<span style="" lang="EL">. Ποτέ δεν ήταν ιδιαίτερα υπομονετικός ως άνθρωπος, και αυτή η αναμονή τον σκότωνε. Κοίταξε για εκατοστή φορά το ρολόι του .<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">«Μα που είναι , πια? Μήπως συνέβη κάτι?»<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">Η Έλενα χαμογέλασε συγκαταβατικά. <o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">«Θα έρθουν, μην<span style=""> </span>ανησυχείς.»<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">Ο </span>Jack<span style=""> <span lang="EL">άρχισε να στρίβει τσιγάρο , το μυαλό του προσπάθησε να βάλει σε τάξη τα γεγονότα των τελευταίων μηνών. Κυνηγημένος έφυγε από το Παρίσι και γύρισε σχεδόν όλο τον κόσμο προσπαθώντας να ξεγλιστρήσει από τα μακριά χέρια της οργάνωσης του μακαρίτη – όπως έμαθε στην πορεία – </span></span>Luigi<span style=""> </span>Torres<span style="" lang="EL">. Γνώρισε μαφιόζους της Κ. Ιταλίας, δείπνησε με δολοφόνους στην Ταϊλάνδη, φιλοξενήθηκε από δαίμονες στην Ν. Αφρική, γλίτωσε παρά τρίχα μια σφαίρα σε μια επαρχία της Κίνας. Ένα αδιάκοπο τρέξιμο από χώρα σε χώρα , από κακόφημο καταγώγι σε κακόφημο καταγώγι , από τον ένα θανάσιμο κίνδυνο στον άλλο. Και στη μέση όλων η Έλενα. Η υπέροχη . Η μυστηριώδης Έλενα. <o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">Ποτέ δεν του εξήγησε ποιο είναι το σχέδιο της , ποτέ δεν κατάφερε να την ρωτήσει. Τα ήρεμα, πράσινα της μάτια<span style=""> </span>τον κοίμιζαν, τον σαγήνευαν , τον αποχαύνωναν κάθε φορά που πήγαινε να της μιλήσει για τον σκοπό αυτού του τρελού κυνηγητού ανά την υφήλιο, πάντα τον έπειθαν όλα θα παν καλά , όλα είναι υπολογισμένα. Ώρες ώρες αναρωτιόταν αν κάποια δύναμη δαιμονική της επέτρεπε να μπαίνει στο μυαλό του και να το ποτίζει ηρεμιστικό όταν χρειάζεται . <o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">Έφερε το τσιγάρο στο στόμα και πήγε να το ανάψει.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">«Γεια σου Έλενα»<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">Ο </span>Jack<span style=""> <span lang="EL">σήκωσε τα μάτια και είδε την εντυπωσιακή φιγούρα ενός άνδρα , γύρω στα 35 , με μακρύ μαύρο μαλλί πιασμένο κοτσίδα , και τεράστιους μυς να ξεπροβάλλουν κάτω από το πουλόβερ του . Τα μεγάλα, θλιμμένα , καστανά του μάτια ταίριαζαν απόλυτα με την θλίψη που κουβαλούσε η φωνή του. <o:p></o:p></span></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">Πίσω του ακριβώς στεκόταν ένας πιτσιρικάς, θα ‘ταν δεν θα ταν 18 χρονών, στην έκφραση του οποίου υπήρχε μια σοβαρότητα που δεν έδενε καθόλου με το υπόλοιπο νεανικό του παρουσιαστικό. <o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">«Και εσύ ,να υποθέσω ,είσαι ο </span>Jack<span style=""> </span>Jeremaia<span style="" lang="EL"> . »<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="" lang="EL">Το χέρι<span style=""> </span>του </span>Jack<span style=""> <span lang="EL">έπεσε ασυναίσθητα πάνω στο σπαθί που βρισκόταν σε μια θήκη δίπλα από την καρέκλα του. <o:p></o:p></span></span></p>orestishttp://www.blogger.com/profile/03811808390136438524noreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-9393737275211365642007-10-04T00:07:00.000+02:002007-10-04T00:09:39.384+02:004.6<p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span style="font-family:Arial;">Δεν δυσκολεύτηκε να παραγγείλει το αγαπημένο<span style=""> </span>του ποτό. Το μπαρ<span style=""> </span>στολισμένο με χαμηλά φώτα και κεριά δεν πρόδιδε την παρουσία του.<span style=""> </span>Σερβιρίστηκε γρήγορα σε ένα κρυστάλλινο ποτήρι. Ο φωτισμός ήτανε χαμηλός και<span style=""> </span>η φλόγα του κεριού δίπλα του παιχνίδιζε δημιουργώντας χρυσές ανταύγειες στο πάγο του ποτηριού. Υπήρχε λίγος κόσμος, κυρίως ζευγαράκια που δεν έκρυβαν τον έρωτά τους. Το βουητό που έρχονταν από το εστιατόριο δεν ήτανε ικανό να χαλάσει την ήρεμη ατμόσφαιρα. <span style=""> </span>Ο Τζακ χάζευε για λίγο τον χώρο και βυθίστηκε στις σκέψεις του.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span style="font-family:Arial;"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span style="font-family:Arial;">Η σιωπή έπαψε με την σιγανή φωνή του μπάρμαν να του λέει «Το επόμενο ποτό σας είναι κερασμένο από την κυρία στο τραπέζι δίπλα στο πιάνο». Ο Τζακ γύρισε το κεφάλι του και είδε μία σκοτεινή σιλουέτα με ένα μακρύ καπέλο και μαύρο φόρεμα. «Βαρέθηκα τις περίεργες εμφανίσεις» σκέφτηκε και γύρισε το βλέμμα του <span style=""> </span>προς το τραπέζι. Η γυναίκα τον κοίταζε επίμονα. Ο Τζακ δεν είχε τίποτε να χάσει. Στο μυαλό του οι αναμνήσεις της Λουσίας κάνανε πάρτυ χωρίς σταματημό. «Τι να κάνει άραγε η Λουσία; Για κάποιο λόγο με έστειλε εδώ και ποια στο διάολο είναι αυτή πάλι;» σκέφτηκε ο Τζακ και μην έχοντας τίποτε να χάσει έκανε κίνηση προς το τραπέζι. Μόλις έφτασε<span style=""> </span>μία φωνή γλυκιά σχεδόν τραγουδιστή είπε «Ξέχασες να φέρεις το ποτό σου». Ο Τζακ δεν μίλησε αλλά εξέταζε την γυναίκα μπροστά του. Τα γαλάζια μάτια της αντανακλούσανε το φως του χώρου με αφύσικο τρόπο, τα μαλλιά της ριχτά στους γυμνούς ώμους της δημιουργούσανε ζωντανές σκιές στον τοίχο πίσω. Δεν πρέπει να ήτανε πάνω από 1,70 αλλά η ομορφιά της ξεπερνούσε <span style=""> </span>κάθε τι που ο Τζακ είχε δει μέχρι τώρα.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span style="font-family:Arial;"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span style="font-family:Arial;">Η γυναίκα έσπρωξε μία καρέκλα στον Τζακ για να κάτσει και έκανε νεύμα στον σερβιτόρο να πλησιάσει. «Μία τεκίλα με δύο πάγους» είπε «και στην κυρία ότι πίνει» συνέχισε ο Τζακ. «Το όνομά μου είναι ‘Ελενα Τόρρες» του συστήθηκε και ο Τζακ πάγωσε με το άκουσμα αυτών των λέξεων. «Τόρρες;» είπε σαστισμένος «Τι σχέση έχεις με τη Λουσία; Που είναι η Λουσία;». <span style=""> </span>«Δεν έχει σημασία» του απάντησε, «θέλω να ξέρεις ότι σας παρακολουθώ από την αρχή και ότι ήταν επιθυμία της Λουσία να μη συναντηθούμε, εκτός αν…»<span style=""> </span>δίστασε για λίγο και συνέχισε, «Τα πράγματα έχουν φτάσει εκτός ελέγχου<span style=""> </span>, η Λουσία με έστειλε να σε βοηθήσω». Ο Τζακ έσφιξε τα δόντια του ένιωσε το κεφάλι του που πονούσε. «Πως διάολο έμπλεξα σε αυτήν την κατάσταση και που οδηγεί» είπε στον εαυτό του. Ύστερα αποκρίθηκε στην Ελένα. «ωραία, και τώρα...;» «Θα στα εξηγήσω όλα Τζακ, έχουμε πολύ χρόνο μπροστά μας, ας τελειώσουμε το ποτό μας», «αυτό που πρέπει να ξέρεις τώρα είναι ότι φεύγουμε από το Παρίσι»</span></p><br />By Phantom<br /><p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"></p><br /><p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span style="font-family:Arial;"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style="font-family:Arial;"><o:p> </o:p></span></p>spithroshttp://www.blogger.com/profile/13933035493642845664noreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-37498974578942715802007-07-10T07:05:00.000+02:002007-07-10T07:09:06.603+02:004.5Tην ίδια ώρα που ο Luigi Torres γινόταν ένα με το τίποτα, μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, η ηθοποιός Fara Stadon δεχόταν τις τελευταίες φιλοφρονήσεις για την εξαίρετη ερμηνεία της. Είχαν περάσει λίγα λεπτά από την αυλαία της πρεμιέρας του «Γυάλινου κόσμου» του Τένεσι Ουίλιαμς και το «Theater Dom» στην λεωφόρο Broadway έσφυζε από ζωή. <br />«Ήθελα να σας δώσω τα θερμά μου συγχαρητήρια κυρία Stadon». Το κορίτσι με τις φακίδες φαινόταν μελαγχολικό αλλά τα λόγια της προσπαθούσαν να δείξουν ενθουσιασμό.<br />«Ευχαριστώ πολύ γλυκιά μου… το όνομά σου;»<br />«Kate, Kate Fathermuck»<br />«Κate, σε ευχαριστώ πολύ!»<br />Έφυγε γρήγορα από τα καμαρίνια για να συναντήσει τον Τομ. Την περίμενε μέσα στην καλογυαλισμένη του Μερσεντές. Βιάστηκε να βγει για να της ανοίξει την πόρτα. Οι καλοί τρόποι της Kate την πρόσταζαν να τον ευχαριστήσει: <br />«Ω! Ευχαριστώ πολύ Τζακ!». <br />Η επόμενη στιγμή είναι από τις αυτές που ο ανθρώπινος εγκέφαλος δουλεύει πυρετωδώς προσπαθώντας να περιορίσει τη ζημιά στα ελάχιστα χρονικά περιθώρια που του δίνονται μεταξύ της κοτσάνας που μόλις ξεστόμισε το στόμα σου και του απόλυτου ξενερώματος που διαγράφεται στο πρόσωπο του συντρόφου σου. Σ’ αυτό το τεστ ο εγκέφαλος της Kate πήρε τη βάση:<br />«Ω Τομ! Σκεφτόμουν να σου προτείνω να πάμε για ένα Jack Daniels στο Soho!»<br />Ο Τομ χαμογέλασε με το ύφος του επιτυχημένου χρηματιστή της Wall Street που καταλαβαίνει πότε η κοπέλα του δεν έχει ξεπεράσει τον εδώ και τέσσερις μήνες πρώην της και πότε πεθαίνει για ένα ποτό. <br /><br />*********************************************************************<br />Δεκάδες χιλιάδες χιλιόμετρα από εκεί, στο Ουέλινγκτον της Νέας Ζηλανδίας ο 18χρονος Peper Midnight είχε την πρώτη του ενήλικη συνομιλία με τη μητέρα του. <br />«Μαμά μου το υποσχέθηκες! Θα πάω!»<br />Η μητέρα του Peper κατάφερε με μερικές λέξεις να αποδείξει αυτό που υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού κάθε εφήβου: πως όλες οι μητέρες της γης είναι ίδιες. <br />«Ναι παιδάκι μου αλλά πως θα πας στην Ευρώπη μόνος σου και μάλιστα χωρίς να μείνεις σε ξενοδοχείο; Αυτά δεν γίνονται!»<br />«Μαμά σου το είπα ξανά: Είμαι μέλος στους couchsurfers, την μεγαλύτερη διαδικτυακή κοινότητα ταξιδιωτών. Μπες στο couchsurfing.com και δες μόνη σου. Έχω ήδη βρει κάποιον στο Παρίσι να με φιλοξενήσει. Και ξέρω και γαλλικά!»<br />Επειδή ίσως κάποιοι δεν θεώρησαν ικανοποιητική απόδειξη τα προηγούμενα λόγια της μητέρας του Peper, η κυρία Midnight συνέχισε: <br />«Δεν ξέρω! Κανονίστε τα με τον πατέρα σου!»<br />Ο Πέπερ αναστέναξε. Η συζήτηση είχε ήδη καταλήξει σε μια περήφανη νίκη του: <br />«Ο πατέρας συμφωνεί. Ήδη έκλεισα αεροπορικά!»<br />Το σοκ της κυρίας Midnight την ανάγκασε να καθίσει στον καναπέ. <br />«Και πως τον λένε αυτόν που θα σε φιλοξενήσει;» ψέλισε.<br />«Bοb. Bob Tyres.»Unknownnoreply@blogger.com20tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-53190512783629002482007-07-02T13:16:00.001+02:002007-07-02T13:16:58.658+02:004.4Προσπάθησε να κρατήσει την ισσοροπία του και κούνησε το κεφάλι του για να έρθει στα ίσια του. Έριξε μια γερή γροθιά στο στομάχι του Torres, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, ένιωσε όμως καλύτερα. Με το χτύπημα ο Torres που κρεμόταν περίπου στο ενάμιση μέτρο από το έδαφος διπλώθηκε και άρχισε να στριφογυρίζει. Ήταν ήδη σε πολύ άσχημη κατάσταση και έχανε αίμα. Είχε τα μισά του πλευρά σπασμένα από την προηγούμενη μάχη και τα άλλα μισά του τα έσπασε ο Βοb με τα τελευταία χτυπήματα. Γύριζε μαζι με τον πολυέλαιο γύρω, γύρω. Έχασε τις αισθήσεις του. Ο Bob πιάστηκε από πάνω του και του έριξε δυο-τρια χαστούκια για να τον συνεφέρει, μάταια όμως. Τον άφησε να στριφογυρίζει και απομακρύνθηκε. Η αλυσίδα του πολυέλαιου έτριζε όλο και περισσότερο με κάθε κίνηση του αναίσθητου σώματος. Συνέχισε να γυρίζει. Κομμάτια από σοβά είχαν αρχίσει να πέφτουν από το ταβάνι. Η αλυσίδα έτριζε όλο και περισσότερο. Ο Bob ήταν καθησμένος σε μια γωνία με το κεφάλι του σκυφτό και προσπαθούσε να τα βάλει όλα σε μια σειρά. Οι σκέψεις του διακόπηκαν από τον ήχο τις αλυσίδας που έσπαγε από το βάρος. Την ίδια ακριβώς στιγμή ο Torres μόλις είχε ανακτήσει τις αισθήσεις του μόνο και μόνο για να δεί τον τεράστιο πολυέλαιο να έρχεται καταπάνω του. Το επόμενο που ακούστηκε ήταν ο ήχος του λαιμού του Τorres που έσπασε πέφτωντας αλλόκοτα στο μαρμάρινο δάπεδο. Αυτό από μόνο του όμως ίσως και να μην τον είχε σκοτώσει -ήταν ένας δυνατός δαίμονας άλλωστε- το τελειωτικό χτύπημα ήρθε από τον βαρύ πολυέλαιο ο οποίος μετατράπηκε σε μεταλλικά και γυάλινα στιλέτα που τον καθήλωσαν στο δάπεδο, μόνιμα. Το βάρος και τα πολλαπλά τραύματα δεν βοήθησαν καθόλου την εσωτερική αιμοραγία και έτσι μετά την κόρη και ο πατέρας πήγε εκεί που πηγαίνουν οι δαίμονες μετά την ζωή τους: πουθενά.<br /><br />(by Thanos)orestishttp://www.blogger.com/profile/03811808390136438524noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-49446679874002463432007-06-27T11:45:00.000+02:002007-06-27T11:46:19.295+02:004.3Κοίταξε εξεταστικά μέσα από τα κάγκελα. Οι τριανταφυλλιές ήταν προφανές πως δεν είχαν κλαδευτεί εδώ και αρκετό καιρό και το σύντομο δρομάκι που οδηγούσε στην είσοδο του κτίσματος μέσα από τον κήπο είχε αρχίσει να χορταριάζει. «Οι ιδιοκτήτες πρέπει να απουσιάζουν», σκέφτηκε. Με δυο γρήγορες ματιές σιγουρεύτηκε πως δεν υπήρχε κανείς στο δρόμο για να τον δει και με μια αστραπιαία κίνηση εκσφενδόνισε το αναίσθητο κορμί πάνω από την πόρτα. Ο ήχος που έκανε καθώς σωριαζόταν στο χώμα σχεδόν τον έκανε να χαμογελάσει. Με ένα εκπληκτικό άλμα βρέθηκε και ο ίδιος το επόμενο δευτερόλεπτο στην εσωτερική πλευρά του φράχτη. <br /><br />Το κρύο νερό που προσγειώθηκε (μαζί με τον κουβά που το περιείχε) στο σκονισμένο και ματωμένο μούτρο του Torres πέτυχε το σκοπό του, που φυσικά δεν ήταν να τον ξεπλύνει. Το πρώτο πράγμα που αντίκρυσε ήταν ο Bob που τον κοίταζε με μάτια που άστραφταν από θυμό και λυσσασμένο μίσος. Τα ρούχα του ήταν σκισμένα και μικρά κομμάτια γυαλιού ήταν μπλεγμένα στα μαλλιά του. Το πρόσωπο του ήταν γεμάτο γρατζουνιές, αλλά οι δυο τεράστιοι λεκέδες αίματος στο πουκάμισο του τις έκαναν να φαίνονται αμελητέες. Ήταν προφανές πως ο νεαρός δαίμονας ήταν εκτός εαυτού και πως, αν αποφάσιζε να τον διαμελίσει με το σιδεροπρίονο που κράδαινε, δεν θα μπορούσε να κάνει και πολλά για να τον εμποδίσει. Τουλάχιστον όχι όσο ήταν τόσο εξαντλημένος και κρεμόταν ανάποδα από τον πολυέλαιο με τα χέρια του δεμένα πισω από την πλάτη. Η κλωτσιά στα πλευρά του σχεδόν τον έκανε να ξαναλιποθυμήσει από τον πόνο. Όχι, προς το παρόν ο Bob είχε το πάνω χέρι. Εξάλλου, με την πονηριά είχε πολύ περισσότερα να κερδίσει από ότι με τη δύναμη... <br /><br />«Μίλα σκουλήκι! Πως μπόρεσες να το κάνεις αυτό; Πού είναι το σπαθί μου;» το στόμα του Bob άφριζε καθώς μιλούσε. «Εσύ!» έκανε ο Torres με έκπληκτο και οργισμένο ύφος. «Ήταν παγίδα λοιπόν; Αυτή τη φορά τα καπρίτσια της ξεπέρασαν κάθε όριο!». Η δεύτερη κλωτσιά ήταν ακόμα πιο δυνατή. «Πού είναι το σπαθί;». Ο Bob ούρλιαξε σαν μανιακός. «Αφού το πήρατε ήδη. Γιατί δεν ρωτάς την κόρη μου και το άλλο κάθαρμα; Και, πραγματικά, ήταν ανάγκη να διαλύσετε όλο το ξενοδοχείο;» Έφτυσε το αίμα που είχε πλημμυρίσει το στόμα του. Ο Bob τον κοίταζε αποσβολωμένος συνειδητοποιώντας τη σημασία αυτών που άκουγε. «Για ποιόν μιλάς;» κατάφερε να ρωτήσει. «Για αυτόν τον υπάνθρωπο που ήταν μαζί της, τον Jack Jeremaia. Τελευταία φόρα που είδα το σπαθί σου ήταν στα δικά του χέρια – το είχε μόλις αρπάξει από την πλάτη μου. Παρεμπιπτόντως, για να συνεργάζεστε με τέτοια καθίκια προκειμένου να με εκδικηθείτε, έχετε πέσει πολύ πιο χαμηλά από ότι περίμενα. Πρόκειται για γνωστή φιγούρα του υποκόσμου.» Ο Bob στηρίχτηκε στον τοίχο για να μην πέσει. «Luigi…», ψέλλισε, «Η Lucia είναι νεκρή. Και τώρα ξέρω και ποιος ευθύνεται...»mitsarashttp://www.blogger.com/profile/00548337246524487142noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-51214307490846589102007-06-20T10:51:00.000+02:002007-06-20T13:00:41.126+02:004.2<p class="MsoNormal">Σήκωσε το κεφάλι και κοίταξε πίσω του, δεν είδε κανένα και άρχισε να ξεφυσάει δυνατά. Ο <span style="" lang="EN-US">Jack</span> είχε τρέξει πάνω από δέκα τετράγωνα χωρίς να σταματήσει ούτε δευτερόλεπτο και τώρα αισθανόταν το στήθος του να καίγεται απ’ την υπερπροσπάθεια να ξεφύγει από την κόλαση του Hotel Damremont. <o:p></o:p></p> <p class="MsoNormal">Με σπαστά γαλλικά ρώτησε για το L’Etoile που του είχε πει η <span style="" lang="EN-US">Lucia</span><span lang="EN-US"> </span><span style=""> </span>να βρεθούν και στην πέμπτη προσπάθεια βρήκε κάποιον που μπήκε στον κόπο να του απαντήσει. ‘Μαλάκες σωβινιστές…’ σκέφτηκε.<span style="" lang="EN-US"><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span style=""> </span>Η διάθεση του έγινε όμως ακόμα χειρότερη όταν είδε το υπερπολυτελές <span style="" lang="EN-US">bar</span>-<span style="" lang="EN-US">restaurant</span>. Περίμενε κάτι πιο διακριτικό. Πέρασε βιαστικά τα στρογγυλά τραπεζάκια γεμάτα κόσμο καθισμένους στις φουτουριστικές ημισφαιρικές πολυθρόνες και κατευθύνθηκε στο <span style="" lang="EN-US">bar</span>. </p> <p class="MsoNormal"><o:p> </o:p></p> <p class="MsoNormal">Λίγο πιο πέρα στους λόφους της Μονμάρτης ο <span style="" lang="EN-US">Bob</span><span lang="EN-US"> </span>έφτανε στο σημείο που κάποτε ήταν το ξενοδοχείο. Οι αστυνόμοι είχαν περικυκλώσει το μέρος και ο θηριώδης δαίμονας δεν είχε κέφι για επιπλέον τρυφερές συναναστροφές με σώματα ασφαλείας.. </p> <p class="MsoNormal">Οι αισθήσεις του ήταν σε πλήρη εγρήγορση, έψαχνε για κάποιο στοιχείο που θα τον οδηγούσε σ’ αυτόν που είχε κάνει κακό στην αγαπημένη του <span style="" lang="EN-US">Lucia</span>. Με την άκρη του ματιού του αναγνώρισε τον <span style="" lang="EN-US">Torres</span><span lang="EN-US"> </span>που γεμάτος σκόνη και με τα ρούχα σκισμένα έψαχνε και αυτός με το βλέμμα του διακριτικά κάτι στα χαλάσματα.</p> <p class="MsoNormal">Τον πλησίασε αθόρυβα από πίσω και περίμενε την κατάλληλη στιγμή. Μόλις τον είδε να απομακρύνεται στα στενά κατηφορικά δρομάκια μετά την <span style="" lang="EN-US">Sacr</span><span lang="EN-US"> </span><span style="" lang="EN-US">Coeur</span><span lang="EN-US"> </span>γλίστρησε πίσω του και με μια απότομη κίνηση κατέβασε με δύναμη τον αγκώνα του ψηλά στην σπονδυλική του στήλη. Κράτησε τον <span style="" lang="EN-US">Torres</span><span lang="EN-US"> </span>καθώς σωριαζόταν από τους ώμους και τον έσυρε στην είσοδο μιας μονοκατοικίας. Το σκοτάδι είχε αρχίσει να πέφτει και πρόσφερε καλή κάλυψη. Ο <span style="" lang="EN-US">Bob</span><span lang="EN-US"> </span>τη στιγμή εκείνη το μόνο που ένιωθε ήταν μίσος. Έπρεπε όμως<span style=""> </span>να έχει καθαρή σκέψη. Ο μόνος τρόπος να την ξαναφέρει στη ζωή ήταν να την φέρει σε επαφή με σπαθί πριν περάσουν τρεις μέρες. Και θα το έκανε με κάθε κόστος.<span style=""> <span lang="EN-US"><o:p></o:p></span></span></p> <p class="MsoNormal"><o:p> </o:p></p>gfoufoutoshttp://www.blogger.com/profile/10378243128991431880noreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-12822481370628306222007-06-15T12:07:00.000+02:002007-06-15T12:16:42.134+02:004.1«Σκατά!!!» σκέφτηκε και συνέχισε να προχωράει μόνος του. Πάνε εφτά μήνες περίπου από τότε που είχε χάσει το σπαθί του. Ήξερε ότι οι ελπίδες να το ξαναβρεί πια ήταν ελάχιστες. Ήξερε επίσης πως ήταν θέμα χρόνου να τον εντοπίσουν. Ήξερε πως έπρεπε πια να μετράει αντίστροφα τα ηλιοβασιλέματα.<br />Στάθηκε για λίγο μέχρι να χαθεί εντελώς ο ήλιος από τα μάτια του. Η επίσκεψη του προ έξι μηνών στα "κεφάλια" της κινέζικης μαφίας όχι μόνο δε τον βοήθησε αλλά του δημιούργησε έναν ακόμα εχθρό. «Τι ηλίθιοι» ακόμα είχε τη γεύση της σάρκας τους στο στόμα του. «Αν σου είχαν δώσει πίσω το σπαθί δε θα χρειαζόταν να τους σκοτώσεις» είπε, δικαιολογώντας τον εαυτό του. «Δε γαμιούνται!»<br />Κάθισε σε ένα παγκάκι και ελευθέρωσε το μυαλό του από όλες τις σκέψεις. Προσπάθησε να θυμηθεί κάτι ευχάριστο, «η Lucia…»<br />Ένας ενοχλητικός θόρυβος διέκοψε τις σκέψεις του. «Σειρήνες» , ο ήχος από σειρήνες, πολλές σειρήνες. Ακουγόταν από παντού. <br />«Τι στο πούτσο έγινε πάλι?» μονολόγησε.<br />«Πόση ώρα είμαι εδώ?» παρατήρησε ότι είχε σκοτεινιάσει για τα καλά. Σηκώθηκε και άρχισε να κατευθύνεται για ακόμη ένα βράδυ προς το μπαράκι, όπου θα έβρισκε τη συντροφιά της αγαπημένης του πια, τεκίλας. Ο θόρυβος από τις σειρήνες είχε αρχίσει να χάνεται σιγά σιγά. Καθώς προχώραγε με σκυφτό το κεφάλι και χαμένος στις σκέψεις του, κάτι τον σταμάτησε. Κάτι είδε με την άκρη του ματιού του. Κάτι γνώριμο. Κάτι οικείο.<br />Έκανε δύο βήματα προς τα πίσω και τα μάτια του γούρλωσαν. «Lucia?». Δεν ήξερε τι να κάνει να χαρεί ή να φοβηθεί. Με μια κίνηση του χεριού του έσπασε τη βιτρίνα του καταστήματος. "Τί δουλεία έχει η Lucia στη τηλεόραση?". Αδιαφορώντας για τα κοψίματα και τον συναγερμό που χτυπούσε προχώρησε και δυνάμωσε την ένταση του ήχου σε μία από τις τηλεοράσεις.<br />«<em>Με βάση τα στοιχεία της ταυτότητας, η εικονιζόμενη η οποία βρέθηκε διαμελισμένη ονομάζεται Lucia Torres και διέμενε στο δωμάτιο 209 με τον Jack Jeremaia, τα ίχνη του οποίου έχουν εξαφανιστεί. Ακόμη τρία άτομα έχουν τραυματιστεί ελαφριά. Μάρτυρες μιλάνε για ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Η Mari Verouna βρίσκεται έξω από το ξενοδοχείο Damremont. Mari… </em>»<br />«ΑΚΙΝΗΤΟΣ» άκουσε μία φωνή. «<em>LUCIΑ...</em>» το μυαλό του άρχισε να θολώνει.«<em>LUCIΑ... ΔΙΑΜΕΛΙΣΜΕΝΗ...</em>» το κεφάλι του πήγαινε να σπάσει. «ΑΚΙΝΗΤΟΣ» η φωνή επανέλαβε. « <em>LUCIΑ...</em>» πως…? το μέρος άρχισε να τον πνίγει. «ΑΚΙΝΗΤΟΣ ΑΛΛΙΩΣ ΠΥΡΟΒΟΛΩ» είπε πάλι η φωνή αυστηρά.<br />Σήκωσε την τηλεόραση, και αφού πρώτα έσπασε όλες τις υπόλοιπες συσκευές με αυτη, την πέταξε με μίσος προς τα έξω με αποτέλεσμα να προσγειωθεί στο καπώ του αυτοκινήτου τις ιδιωτικής ασφάλειας.<br />Ένα κάψιμο στο στομάχι του Bob, τον ανάγκασε να συνέλθει από το παραλήρημά του. Ακολούθησε ένας ακόμη πυροβολισμός. Αυτή τη φορά τον βρήκε στο αριστερό του χέρι. Μπροστά του είδε ένα αυτοκίνητο με ανοιχτές τις μπροστινες πόρτες, πίσω από τις οποίες κρυβόταν δύο άνθρωποι.<br />Άρχισε να κατευθύνεται κατ' απάνω τους. Με μια γρήγορη κίνηση έπιασε το κεφάλι αυτού που καθόταν από τη μέριά του οδηγού και γυρίζοντας το, του έσπασε το λαιμό, σχεδόν τον ξεκόλλησε. Γύρισε και κοίταξε τον άλλο, ο οποίος συνέχισε να τον πυροβολεί. Πήδηξε επάνω στον ουρανό του αυτοκίνητου αναγκάζοντας τον να βουλιάξει.<br />«Τι είσαι?» πρόλαβε να πει ο υπάλληλος της ιδιωτικής ασφάλειας. Τα μάτιατου Bob ήταν κατακόκκινα. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου είχαν αλλοιωθεί. Σου έδινε την εντύπωση ότι το σώμα του ξέρναγε φλόγες. Τον άρπαξε από τα μαλλιά και η γροθιά του σφηνώθηκε μέσα στο κεφάλι του υπαλλήλου, μετατρέποντάς το σε μια μάζα από μυαλά, μάτια και κομμάτια από το κρανίο του.spithroshttp://www.blogger.com/profile/13933035493642845664noreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-56454895732049334942007-06-11T15:48:00.001+02:002007-06-11T15:48:57.937+02:003.7<p class="MsoNormal"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Ο ίδιος», απάντησε ο </span><span style="font-size:100%;">Torres</span><span lang="EL" style="font-size:100%;"> .<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Τους εντοπίσαμε κ. Το</span><span style="font-size:100%;">rres</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">, μένουν αυτή τη στιγμή στο “</span><span style="font-size:100%;">Hotel</span><span style="font-size:100%;"> </span><span style="font-size:100%;">Damremont</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">” κοντά στη Μοντμάρτη. Θέλετε να τους πιάσουμε?»<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Μία έκφραση ικανοποιησης σχηματιστηκε στο προσωπο του. Επιτελους! Τρεις μηνες ακαρπων ερευνων τερματιστηκαν με αυτό το τηλεφωνημα. Επιτέλους!<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Όχι, θα το χειριστώ προσωπικά το ζήτημα», είπε και έκλεισε το τηλέφωνο.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Είκοσι ώρες πιο μετά, ο </span><span style="font-size:100%;">Jack</span><span style="font-size:100%;"> <span lang="EL">έστριβε τσιγάρο στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου χαζεύοντας τον ήλιο να δύει πάνω από τον τρούλο της εκκλησιάς της </span></span><span style="font-size:100%;">Sacre</span><span style="font-size:100%;"> </span><span style="font-size:100%;">Coeur</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">, ενώ η </span><span style="font-size:100%;">Lucia</span><span style="font-size:100%;"> <span lang="EL">μπροστά από τον καθρέφτη του δωματίου χτένιζε τα υπέροχα μακριά μαλλιά της, όταν και χτύπησε η πόρτα.<o:p></o:p></span></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Ανοίγω εγώ», της είπε, και σηκώθηκε βαριεστημένα, «παράγγειλες τίποτα από το </span><span style="font-size:100%;">room</span><span style="font-size:100%;"> </span><span style="font-size:100%;">service</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">?»<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Ανοίγοντας την πόρτα είδε την επιβλητική σιλουέτα του </span><span style="font-size:100%;">Torres</span><span lang="EL" style="font-size:100%;"> να του χαμογελάει. Κοντά στα 2 μετρά, με ξυρισμένο κεφάλι και απεριποίητο μούσι, το σχεδόν φιλικό χαμόγελο ήταν η μονή παραφωνία στην κατά τα αλλά αγρία εμφάνιση του. Φόραγε ένα γκρι κοστούμι, μαύρα γυαλιά στα ματιά, ενώ στην πλάτη του ήταν περασμένη μια θήκη για αρχιτεκτονικά σχεδία. <o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Πριν προλάβει να αρθρώσει λέξη, το χέρι του Τορες τον έπιασε από το λαιμό και τον σήκωσε 30 πόντους από το έδαφος.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Γεια σου </span><span style="font-size:100%;">Jack</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">. </span><span style="font-size:100%;">M</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">ου έλειψες, το ξέρεις? », είπε, και τον εκσφενδόνισε με μεγάλη ευκολία στον απέναντι τοίχο, όπου για καλή του τύχη <span style=""> </span>υπήρχε το κρεβάτι, <span style=""> </span>στο οποίο και <span style=""> </span>προσγειώθηκε πέφτοντας.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Γεια σου πατερά» είπε η </span><span style="font-size:100%;">Lucia</span><span lang="EL" style="font-size:100%;"> από την άλλη μεριά του δωματίου, «βλέπω μου έφερες το σπαθί. Ποσό ευγενικό από μέρους σου.»<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Ήρθα εδώ </span><span style="font-size:100%;">Lucia</span><span style="font-size:100%;"> <span lang="EL">για σου δώσω μια τελευταία ευκαιρία. Έχεις κάνει πολλές βλακείες, αλλά αυτή ήταν η μεγαλύτερη από όλες»<o:p></o:p></span></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Αυτή χαμογέλασε. «Και έρχονται και μεγαλύτερες. Πίστεψε με.» <o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Ο </span><span style="font-size:100%;">Jack</span><span style="font-size:100%;"> <span lang="EL">ζαλισμένος καθώς ήταν από τ</span></span><span style="font-size:100%;">o</span><span style="font-size:100%;"> <span lang="EL">χτύπημα δεν πρόλαβε να καταλάβει τι έγινε, το μονό που θυμόταν αργότερα, ήταν το δωμάτιο να γεμίζει από καπνό και την φωνή της </span></span><span style="font-size:100%;">Lucia</span><span style="font-size:100%;"> <span style=""> </span><span lang="EL">να αντηχεί στο κεφάλι του<o:p></o:p></span></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Γρήγορα! Πάρε το σπαθί από την πλάτη του! Τον κρατάω ζαλισμένο προσωρινά. Πήγαινε στο “</span><span style="font-size:100%;">L</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">’</span><span style="font-size:100%;">Etoile</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">” στο κέντρο, θα έρθω να σε βρω»<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Τρέχοντας με όση δύναμη του είχε απομείνει, στα τυφλά μες στους καπνούς ο </span><span style="font-size:100%;">Jack</span><span style="font-size:100%;"> <span lang="EL">άρπαξε τη θήκη από την πλάτη του </span></span><span style="font-size:100%;">Torres</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">, και ίσα που πρόλαβε να αποφύγει τη γροθιά του ζαλισμένου δαίμονα πριν αυτή σκάσει στον τοίχο πίσω του ανοίγοντας μια επιβλητική τρυπά για τον διάδρομο.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Είναι ευρέως γνωστό ότι οι τοίχοι σπανίως νιώθουν κάτι, και σχεδόν<span style=""> </span>ποτέ πόνο, όμως ο </span><span style="font-size:100%;">Jack</span><span lang="EL" style="font-size:100%;"> θα ορκιζόταν ότι ακόμα και τα τούβλα πρέπει να <span style=""> </span>πόνεσαν από την δύναμη της γροθιάς του Το</span><span style="font-size:100%;">rres</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">. <span style=""> </span>Παρολαυτα <span style=""> </span>δεν έκατσε να το σκεφτεί περισσοτερο, το θεώρησε αρκετά πιο σώφρον<span style=""> </span>να το βάλει στα ποδιά αφήνοντας τους άλλους δυο να λύσουν τα οικογενειακά τους, από το να αρχίσει να αναρωτιέται για την ύπαρξη η όχι αισθήσεων στα οικοδομικά υλικά. <o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: justify;"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Η μέρα εκείνη έμελε να είναι <span style=""> </span>από τις χειρότερες στην ιστορία του “</span><span style="font-size:100%;">Hotel</span><span style="font-size:100%;"> </span><span style="font-size:100%;">Damremont</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">”. Για την ακρίβεια ήταν και η τελευταία. Την επόμενη, <span style=""> </span>οι εφημερίδες έγραφαν για το ξενοδοχείο που έγινε χωρίς προφανή λογο γιαπί, και για την γυναικά που <span style=""> </span>έγινε , άγνωστο πώς , εντεκα διαφορετικά κομμάτια, από όσο τουλάχιστον μπόρεσαν να μετρήσουν οι αναγουλιασμένοι Γάλλοι αστυνομικοί. <o:p></o:p></span></p>orestishttp://www.blogger.com/profile/03811808390136438524noreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-4508368005555154042007-06-08T22:19:00.000+02:002007-06-08T22:21:06.762+02:003.6Η δαιμονική αύρα κυρίευσε τον τζακ, ένιωσε παράλυτος δεν μπορούσε να αντιδράσει. Τον έπιασε ένας βαθύς ύπνος και άρχισε να ονειρεύεται. Ταξίδεψε και βρέθηκε σε μία άγνωστη χώρα. Από ψηλά είδε ένα μοναχικό νησί καταμεσής σε μία απέραντη καταγάλανη θάλασσα. Στο κέντρο του υψώνονταν ένα ψηλό βουνό και στην κορυφή του είδε ένα τύμβο που άστραφτε στο φώς του ήλιου. <br /> Ξύπνησε ιδρωμένος, άκουγε την ανάσα του βαριά, ταλαντεύτηκε και γυρνώντας πλάγια είδε την Λουσία. “Πως αισθάνεσαι” των ρώτησε. “Είδα ένα όνειρο” είπε ο τζακ και σταμάτησε. “Γνωρίζω τι είδες, βλέπω το ίδιο όνειρο συνέχεια. Το νησί που είδες υπήρχε πολύ παλιά πριν έρθουν τα μαύρα χρόνια και η εποχή της παρακμής, έχει θαφτεί πλέον στην άβυσσο των ωκεανών” απάντησε η Λουσία με ένα τόνο μελαγχολίας. “Πολλοί απο εμάς βλέπουν το ίδιο όνειρο αν και δεν γνωρίσουμε ακόμα τι σημαίνει.”<br /><br />Ο Τζακ δεν αντέδρασε αλλά περίμενε την Λουσία να συνεχίσει.<br /><br />“Σε αμέτρητες εποχές πριν από την δική μας ο πολιτισμός μας ήτανε διαφορετικός όπως και οι άνθρωποι. Τότε τα πράγματα ήτανε αγνά όπως καθετί που γεννιέται πριν τελικά φθαρθεί από το πέρασμα του χρόνου. Δεν υπήρχανε αρρώστιες και ούτε ο φόβος του θανάτου. Οι άνθρωποι ασχολούνταν με τον κόσμο και τις ιδιότητες του. Με την διαρκή αναζήτηση κατάφεραν να αποκτήσουν μαγικές δυνάμεις. Έφτιαξαν πολλά όμορφα πράγματα ασύλληπτα για την σημερινή εποχή. Για χιλιάδες χρόνια άκμασε εκείνος ο πολιτισμός μέχρι που έφτασε στο απόγειο της δόξας του. Τότε ήτανε που άρχισαν να ψάχνουν τρόπους να αποκτήσουν αθανασία. Άρχισαν να πειραματίζονται και έφτιαξαν έναν ιό, το χρυσό άνθος ονομάστηκε. Στην αρχή ενήργησε σαν ευεργετικό που ανέπτυξε τις δυνάμεις των ανθρώπων και μάκρυνε την διάρκεια της ζωής. ‘Όμως στην πορεία άλλαξε, μία μετάλλαξη, που εξαπλώθηκε σαν μορφή πανούκλας. Οι άνθρωποι άρχισαν να πεθαίνουν και όσοι επιβίωναν δεν είχαν πια δυνάμεις. Δεν είχαν τίποτε που να θυμίζουν τον παλιό τους εαυτό. <br /><br />Μα κάποιοι όμως αντιστάθηκαν δεν γνωρίζουμε πως, μερικοί διατήρησαν τις παλιές τους δυνάμεις όχι όμως όλες και ο καθένας κληρονόμησε διαφορετικές. Μέσα σε αυτήν την σύγχυση οι άνθρωποι ένιωσαν πλέον τον φόβο του θανάτου. Η παραφροσύνη και η τρέλα κυριάρχησε. Επικράτησε πανικός και με τους πολέμους ακολούθησαν τα μαύρα χρόνια. Ο κόσμος απειλήθηκε με εξαφάνιση.<br /><br />Εκεί που όλα τελείωναν και ο κόσμος έφτανε στην δύση του εμφανίστηκε εκείνος. Κάποιοι λένε πως δεν ήτανε από αυτόν τον κόσμο και το χρυσό άνθος δεν τον μάρανε αλλά τον ενίσχυσε. Όμως δεν ήτανε μόνος. Γύρω του είχε τυλιγμένο ένα φίδι και τον επακολουθούσε ένα πλάσμα με την μορφή του Κέρβερου τον φύλακα του Άδη. Κανείς δεν μπορούσε να του αντισταθεί κατάφερε να σταματήσει τους πολέμους και συγκέντρωσε όλους τους εναπομείναντες που διατηρούσανε ακόμα την παλιά μορφή γύρω του. Τους έστειλε σε όλο τον κόσμο λέγοντας τους να μην ιδωθούν ποτέ. Τους είπε πως οι δυνάμεις τους θα κληρονομούνταν από γενιά σε γενιά και θα έπρεπε να μείνουν ένα καλά κρυμμένο μυστικό. Για την τύχη του κανείς δεν γνωρίζει. Άφησε όμως το σπαθί και μαζί με αυτό όλα του τα μυστικά. Μερικοί προφήτεψαν πως το σκοτάδι θα ξαναέρθει και το σπαθί για άλλη μια φορά θα μας σώσει.”Phantomhttp://www.blogger.com/profile/17104821987805898029noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-25699037980416958312007-06-04T07:41:00.000+02:002007-06-04T07:45:19.904+02:003.5<div align="justify">-------------------------------------------------------------------------<br /><br />Δεν συνήθιζε να περιφέρεται μόνος του σε μπαράκια μεταμεσονύχτιες ώρες αλλά αυτή η βραδιά ήταν διαφορετική. Είχε ξεπεράσει τα όρια που είχε μόνος του θέσει.<br /><br />Παρήγγειλε άλλη μια μαργαρίτα και άρχισε να σκαλίζει μέσα στη μνήμη του. Από τα πρώτα χρόνια στο Νανσί, μεγαλώνοντας ανάμεσα σε τρία ακόμη αδέρφια που δεν είχαν την δική του «ιδιορρυθμία». «Ιδιορρυθμία»! Η θύμηση και μόνο της λέξης τον έκανε να χαμογελάσει. Ήταν η λέξη που είχε χρησιμοποιήσει ο πατέρας του για να του δώσει να καταλάβει τι τον έκανε τόσο ξεχωριστό από τα άλλα παιδάκια στο σχολείο. Του εξήγησε πόσα πράγματα περισσότερα μπορούσε να κάνει από έναν άνθρωπο. Του εξήγησε πως η «ιδιορρυθμία» περνάει πολύ σπάνια από γενιά σε γενιά, ίσως μία στις εκατό και πως είναι ακόμη πιο σπάνια να την έχουν γιος και πατέρας. Στο τέλος του εξήγησε πως είναι ένα μυστικό που θα πρέπει να κρατήσουν καλά κρυμμένο για όλη τους τη ζωή. Από όλους. Ακόμη κι απ’ τη μητέρα.<br /><br />Τα επόμενα χρόνια πέρασαν γρήγορα. Οικονομικές σπουδές και προγραμματισμός στο Παρίσι, επιχείρηση ειδικού λογισμικού, χιλιάδες φράγκα, έπειτα εκατομμύρια, έπειτα δις. Η αφοσίωση στη δουλειά του είχε αφήσει λίγα πράγματα. να του θυμίζουν την «ιδιορρυθμία» του. Η ασυνήθιστη μυϊκή του δύναμη και κάποιες κρίσεις πανικού και επιθετικότητας που μπορούσαν εύκολα να δικαιολογηθούν σε έναν δισεκατομμυριούχο πρόεδρο εταιρείας. Η μοναξιά της κορυφής τον οδήγησε όμως να ψάξει και πάλι να βρει τους κανόνες τις ιδιαίτερης φύσης του.<br /><br />Ανακάλυψε πως η φυλή του προϋπήρξε των ανθρώπων. Πως στατιστικά έπρεπε να γεννιούνται χιλιάδες παιδιά με την «ιδιορρυθμία» κάθε χρόνο στο κόσμο. Πως πολλά από αυτά θα πέθαιναν χωρίς να μάθουν ποτέ για το χάρισμα που είχαν μέσα τους. Πως οι άνθρωποι τους αποκαλούσαν «δαίμονες». Και αποφάσισε να τους ενώσει. Να τους γνωρίσει μεταξύ τους. Να τους διώξει το φόβο.<br /><br />Στην αρχή όλα πήγαιναν καλύτερα από τις προσδοκίες. Τον βοήθησε η εμπειρία του με το διαδίκτυο και η κάλυψη που μπορούσε αυτό να παράσχει. Γρήγορα όμως εμφανίστηκαν τα πρώτα σημάδια απειθαρχίας και πανικού από παιδιά που δεν μπόρεσαν να αντέξουν το βάρος της μοίρας τους και θέλησαν να το μοιραστούν με τους ανθρώπους. Η λύση ήταν οι απαγωγές. Το μυστικό έπρεπε να φυλαχθεί πάση θυσία. Και η κατάληξη ήταν η κλινική του Δόκτορα Τονπέρνι. Ενός ανθρώπου που τον ενδιέφερε μόνο το κέρδος. Στην αρχή. Μετά έδειξε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον και στα ανήλικα αγοράκια που έφταναν στην κλινική από όλο τον κόσμο.<br /><br />Κατάλαβε πως δεν ήταν κάτι που μπορούσε να σταματήσει άμεσα αλλά η ψυχή του δεν μπορούσε να το επιτρέψει. Διέθεσε τεράστια ποσά στην έρευνα χημικών ουσιών που θα έσβηναν μέρος της μνήμης ενός «δαίμονα». Αυτό που του γνωστοποιούσε το ποιος ήταν. Όταν η έρευνα έφτασε στο τελικό στάδιο, βοήθησαν τα πειράματα στην κλινική. Αλλά όλα αυτά ήταν παρελθόν ποια. Ο Τονπέρνι ήταν θαμένος κάπου στη Σαρδηνία, τα πειράματα είχαν αποτύχει και άλλος ένας «δαίμονας», ο Μπομπ, είχε αποστατήσει.<br /><br />Κοίταζε το άδειο του ποτήρι την ώρα που το κινητό του χτύπησε στους ήχους του «Weather storm» του Craig Armstrong. Το σήκωσε χωρίς να κοιτάξει τον αριθμό. Στην άλλη άκρη της γραμμής ακούστηκε μια γυναικεία φωνή:<br />-Ο κύριος Luigi Torres; </div>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-82261662290794951572007-06-02T17:51:00.000+02:002007-06-02T17:54:43.772+02:003.4<span class="q">Συνέχισε να περπατάει στους σκοτεινούς δρόμους του Παρισιού δίχως συγκεκριμένο προορισμό. Δεν μπορούσε να βγάλει την Lucia από το μυαλό του. Θυμόταν το γλυκά διαβολικό χαμογελό της, που καμία κοινή θνητή δεν θα μπορούσε να είχε, και πως αυτό ερχόταν σε παντελή αντίθεση με το αθώο κατα τ'άλλα προσωπό της. Ουδείς μπορούσε να της αντισταθεί θνητός ή δαίμονας, ιδιαίτερα με αυτό το διαoλεμένο ψηλό κορμί που κοσμούταν από το υπέροχο πλούσιο στήθος, που παρόλο το μέγεθος του δεν έχανε ποτέ την σφρυγιλότητα του. Διαολεμένος άγγελος, διαoλεμένη μοναδική του αγάπη. Δεν είχε πλέον καμία αμφιβολία ότι ήταν η γυναίκα της ζωής του και ύστερα από τόσο καιρό μακριά της την ήθελε και την είχε ανάγκη περισσότερο από ποτέ. Πόσο μακριά του να βρισκόταν άραγε, αναρωτήθηκε ξανά.<br /><br /></span>Όχι και τόσο μακριά του και συγκεκριμένα στην γειτονική Ιταλία η Luciα βρισκόταν στο πλευρό του Jack ο οποίος ρωτούσε επίμονα αλλά με ασθενική φωνή μία σειρά από εύλογα ερωτήματα σχετικά με το που βρισκόταν, πώς βρέθηκε εκεί και όλα τα συναφή, δίχως σταματημό. Δεν είχε βγεί ακόμα από ντελήριο του και η Lucia απλά ακούμπησε το δάχτυλο της στα χείλη του και του έκανε νόημα να σωπάσει. Ύστερα τον ανασήκωσε με ευκολία προς το μέρος της και ο Jack δεν φάνηκε να αντιδρά. Ακούμπησε το κεφάλι του ανάμεσα στα στήθη της τα οποία τον αγκάλιασαν στοργικά. Ταυτόχρονα, τον χαίδευε απαλά στο κεφάλι σαν να ήταν μικρό παιδί. Ήξερε τι έπρεπε να κάνει αλλά δίσταζε. Αυτός ο μισοζαλισμένος άντρας στα χέρια της ήταν έτοιμος για την τελετή και δεν υπήρχε καμία περίπτωση να της αντισταθεί, κυρίως στην κατάσταση που βρισκότανε. Το μυαλό της πήγε φευγαλέα στον Bob, για αυτόν τα έκανε όλα, για αυτόν το έκανε και αυτό. Ύστερα κοίταξε το πρόσωπο του θνητού που πίστευε ότι ήταν το κλειδί της όλης ιστορίας. Άραγε θα συμφωνούσε οικιοθελώς στην τελετή αν ήξερε ότι δεν θα ήταν ποτέ ξανά άνθρωπος? Δεν είχε σημασία, το μόνο που μπορούσε να κάνει αυτή ήταν να τον κάνει τουλάχιστον να το απολαύσει. Άφησε να κυλήσει απαλά από τους ώμους της το μεταξωτό ύφασμα που την τύλιγε και έβγαλε και τα τελευταία ρούχα του Jack ξαπλώνοντάς τον. Άρχισε να τον χαιδεύει σε όλο το το σώμα του χρησιμοποιώντας το δικό της και τρίβωντας το στήθος της πάνω στο δικό του. Πρός έκπληξη της είδε ότι το σώμα του ανταποκρινόταν και έτσι πήρε τα χέρια του και τα έβαλε γύρω από την μέση της. Έκατσε επάνω του και άρχισε να λικνίζεται ρυθμικά ακουμπώντας τα δικά της χέρια στο στήθος του. Συγκεντρώθηκε γιατί ήξερε ότι όλα εξαρτόνταν από την στιγμή της κορύφωσης, την στιγμή που χάνεται η έννοια του χρόνου, εκείνη την στιγμή που γίνεται η απόλυτη ένωση τότε και μόνο τότε θα έπρεπε να περάσει στον θνητό την δαιμονική της αύρα.<br /><br />(by thanos)orestishttp://www.blogger.com/profile/03811808390136438524noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-39892822488377495232007-05-30T10:48:00.000+02:002007-05-30T13:49:25.749+02:003.3Η μικρή κάμαρα μύριζε αλκοόλ και καπνό. Με μια μαλακή κίνηση, ο Bob έσπρωξε από το στήθος του το κορμί της, που κύλησε σχεδόν αναίσθητο στο πλάι. Ανασηκώθηκε και με το ένα χέρι σκούπισε τις αλμυρές στάλες από τις βλεφαρίδες και το μέτωπο του. Πίσω από τις λεπτές κουρτίνες και τα ιδρωμένα τζάμια, άνθρωποι και αυτοκίνητα εξακολουθούσαν να πηγαινοέρχονται στο φρενήρη ρυθμό της πόλης του Παρισιού. Όχι, ο χρόνος δεν είχε σταθεί απόψε, ούτε για μια στιγμή. Συνέχισε να περνάει δευτερόλεπτο με δευτερόλεπτο, αφήνοντας πίσω του την αναπόφευκτη επίγνωση του εφήμερου που κρέμεται σαν καταδίκη ή ευλογία πάνω από τις εμπειρίες και τις αισθήσεις των θνητών, σκοτεινιάζοντας τις χαρές και απαλύνοντας τις λύπες.<br /><br />Ώστε αυτός ήταν ο έρωτας των ανθρώπων. Το αλκοόλ. Ο καπνός. Το μελαμψό, λεπτό κορμί της που έκαιγε σαν σε πυρετό. Η ανάσα της που έβγαινε κοφτή, ανακατεμένη με μισές, ακατάληπτες λέξεις. Οι νωπές αναμνήσεις αυτών που εκτυλίχτηκαν μέσα την προηγούμενη ώρα ανακατεύονταν με παλιότερες. Mε τις αναμνήσεις μιας άλλης ζωής. Η Lucia. Που να βρισκόταν τώρα; Ένιωσε να ζαλίζεται. Σηκώθηκε βιαστικά και άρχισε να ντύνεται. Η μιγάδα τον κοίταξε πίσω από μισόκλειστα μάτια και κάτι σιγομουρμούρισε. Δεν έκανε την παραμικρή κίνηση να τον σταματήσει ή να τον αποχαιρετίσει. Δεν ενδιαφερόταν. Ή δεν μπορούσε. Σε πέντε λεπτά δεν θα είχε σημασία. Ήδη δεν είχε. Έκλεισε την πόρτα πίσω του και σχεδόν τρέχοντας κατέβηκε τη βρώμικη σκάλα και χάθηκε στο λαβύρινθο των σκοτεινών δρόμων.mitsarashttp://www.blogger.com/profile/00548337246524487142noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-10571703394777504932007-05-23T08:48:00.000+02:002007-05-23T08:49:47.606+02:003.2<p class="MsoNormal">Η βροχή ξέσπασε απότομα όπως θα ταίριαζε περισσότερο σ’ ένα τροπικό δάσος παρά σε μια μεσογειακή πόλη. Στο ρετιρέ του ψηλότερου πύργου στο Μιλάνο οι κεραυνοί που σχίζανε τον ουρανό σε συνδυασμό με την θέα της πόλης που ξεδιπλωνόταν έξω από το παράθυρο ήταν ικανά να σου κόψουν την ανάσα, αλλά όλα αυτά λίγο ενδιέφεραν τους ενοίκους του δωματίου. ‘Σκατά τον χάσαμε μέσα από τα χέρια μας’ φώναξε ο <span style="" lang="EN-US">Tonpenrei</span><span lang="EN-US"> </span>πετώντας με δύναμη το κινητό στο τραπέζι μπροστά του.</p> <p class="MsoNormal">‘Το σπαθί?’ ρώτησε ο <span style="" lang="EN-US">Torres</span> και οι φλέβες στο πρόσωπο του διαγράφηκαν έντονα.</p> <p class="MsoNormal">‘αυτό είναι στα χέρια του ανθρώπου μας ευτυχώς’ στη συνέχεια του εξήγησε με συντομία όσα του είχε μεταφέρει πριν λίγο το τσιράκι του, πως είδε τον <span style="" lang="EN-US">Jack</span> να φεύγει βιαστικά μέσα στη νύχτα με μια γυναίκα αφήνοντας το σπαθί πίσω του.</p> <p class="MsoNormal">‘τότε δεν χάθηκε τίποτα ’ μουρμούρισε και κάθισε πιο βαθιά στην πολυθρόνα του καθώς με μια κοφτή κίνηση έκοψε την άκρη του πούρου που κρατούσε στα χέρια του και το πρόσφερε στον άντρα απέναντι του. Τα παχύσαρκα, ιδρωμένα δάχτυλα του <span style="" lang="EN-US">Tonpenrei</span> το άρπαξαν και διαγράφοντας ένα μεγάλο τόξο το έφεραν στη μύτη του για να το μυρίσει με μια βαθιά εισπνοή.</p> <p class="MsoNormal"><span style=""> </span>‘τι ξέρεις γιαυτην ?’ ρώτησε . Τα μάτια του <span style="" lang="EN-US">Torres</span><span lang="EN-US"> </span>άναψαν σαν δυο κομμάτια κάρβουνο φανερώνοντας ψήγματα της δαιμονικής φύσης του. </p> <p class="MsoNormal">‘Η <span style="" lang="EN-US">Lucia</span> δεν έχει πάψει εδώ και χρόνια να μπλέκεται στα πόδια μου. Όλα άρχισαν λίγο μετά την φυγή του <span style="" lang="EN-US">Bob</span> και την απόφαση του να απομακρυνθεί από την προστασία της φυλής. Ο έρωτας της για αυτόν την είχε κάνει ξένο σώμα από τους υπόλοιπους και η απουσία του της είχε στοιχίσει πολύ με αποτέλεσμα να θολώσει την σκέψη της.’ </p> <p class="MsoNormal">Σηκώθηκε, πλησίασε το παράθυρο, έσφιξε την γροθιά του και την κατέβασε με δύναμη στο ξύλινο <span style="" lang="EN-US">bar</span><span lang="EN-US"> </span>κάνοντας τα μπουκάλια να στήσουν ένα μικρό χορό. </p> <p class="MsoNormal">‘Έπρεπε όμως να είχε ακούσει τον πατέρα της! Ξέρω πολύ καλύτερα τους κινδύνους και της είχα απαγορέψει αυστηρά να πάει να τον βρει, δεν με άκουσε όμως και να που φτάσαμε τώρα. Κατάφερε να στρέψει την οικογένεια της, το ίδιο της το αίμα εναντίον της.’ <o:p></o:p></p> <p class="MsoNormal">Ο <span style="" lang="EN-US">Tonpernei</span><span lang="EN-US"> </span>άκουγε με προσοχή, δεν είχε ξαναδεί τον δαίμονα σε τέτοια ένταση και η οργή του προκαλούσε αμηχανία. ‘Πρέπει να φτάσουμε στον <span style="" lang="EN-US">Bob</span><span lang="EN-US"> </span>πριν από αυτή. Πλέον έχει μαζί της τον <span style="" lang="EN-US">Jack</span> αλλά αυτό δεν με φοβίζει, δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα αλκοολικό κάθαρμα που γρήγορα θα βγει από την μέση.’<o:p></o:p></p>gfoufoutoshttp://www.blogger.com/profile/10378243128991431880noreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-26993173471345509012007-05-18T09:37:00.000+02:002007-05-19T08:43:13.657+02:003.1Περίπου δύο χρόνια πριν….<br />Ήταν περασμένα μεσάνυχτα και στη κλινική δεν υπήρχε κανένας εργαζόμενος παρά μόνο οι μαθητευόμενοι. Ο Tonperni καθόταν μόνος στο γραφείο του, που ήταν αποκομμένο από την υπόλοιπη κλινική και τον περίμενε από στιγμή σε στιγμή να έρθει….<br />«σου στέλνω τον αντιπρόσωπο μας» του είχαν πει, «από εδώ και πέρα με αυτόν θα μιλάς και σε αυτόν θα υπακούς». Η καρδιά του χτύπαγε σαν τρελή από φόβο και αγωνία παράλληλα. Δεν είχε έρθει σε επαφή ποτέ ξανά στη ζωή του με ένα τέτοιο πλάσμα … με ένα δαίμονα.<br />Η δουλειά ήταν πολύ μεγάλη. Είχε συμφωνήσει στο να τους αφήσει να πειραματιστούν ελεύθερα σε όλους τους εκπαιδευομένους, όχι ότι μπορούσε να κάνει διαφορετικά, και αυτοί θα του έδιναν ότι επιθυμούσε, χρήματα δηλαδή και πολλά ανήλικα αγοράκια. <br />Η πόρτα άνοιξε και ο καθηγητής έμεινε να κοιτάει με το στόμα ανοιχτό<br />«μα… μα εσύ είσαι σαν άνθρωπος» κατάφερε να πει.<br />«Χάρηκα και εγώ για τη γνωριμία καθηγητά» απάντησε, «μπορείς να με φωνάζεις Luigi Torres».<br />Ακούμπησε τη βαλίτσα του στο γραφείο και κάθισε στη καρέκλα.<br />«Λοιπόν» του είπε καθώς άνοιγε τη βαλίτσα «εδώ μέσα βρίσκεται το ‘χρυσό άνθος’»<br />Και του αποκάλυψε 5 μπουκαλάκια που περιείχαν ένα κίτρινο υγρό.<br />«ξεκινάμε αύριο κιόλας και το χορηγούμε σε όλους μέσω του νερού και του φαγητού και ύστερα το αφήνουμε να αλλοιώσει σιγά σιγά τον εγκέφαλό τους»<br /><br /><br />Περίπου τρεις μήνες πριν….<br />«λοιπόν καθηγητά τον εντοπίσαμε, βρίσκεται κάπου στο Παρίσι»<br />«τον Βob; Μα πως;»<br />Το χτύπημα της πόρτας τους διέκοψε.<br />«Παρακαλώ»<br />Η πόρτα άνοιξε και μπήκε η γραμματέας του καθηγητή<br />«ο καφές σας κύριε διευθυντά»<br />«Ευχαριστώ Mary άφησέ τον εδώ στο γραφείο μου»<br />Φεύγοντας η Mary ο καθηγητής σηκώθηκε και έχυσε το καφέ και το νερό σε μία γλάστρα.<br />«επιτέλους μετά από τόσο καιρό τον εντοπίσατε!»<br />«Κάποιος που δουλεύει για τη κινέζικη μαφία του έκλεψε κατά λάθος το σπαθί του»<br />«και εσύ πως το έμαθες» ρώτησε ο Tonperni ενώ ήξερε πολύ καλά για τις διασυνδέσεις του Torres.<br />«Αύριο το αργότερο θα το έχουμε στη κατοχή μας. Τώρα δε μένει παρά να βρούμε ένα δόλωμα και να τον ξετρυπώσουμε»<br />«Ωραία» είπε ο καθηγητής «ο ιός λειτουργεί άψογα 6 μήνες τώρα, αν βγει και ο Bob από τη μέση νομίζω ότι η αποστολή μου τελειώνει και εσείς είστε ελεύθεροι να ολοκληρώσετε το σχέδιο σας»<br /><br />Περίπου σήμερα….<br />«Που βρίσκομαι» κατάφερε να ψελλίσει ο Jack καθώς άνοιγε τα μάτια του<br />«ησύχασε» του είπε η μυστηριώδης γυναίκα, «είμαι εδώ για να σε προστατέψω».spithroshttp://www.blogger.com/profile/13933035493642845664noreply@blogger.com6tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-86714136585910923062007-05-17T14:27:00.000+02:002007-05-17T14:30:03.972+02:002.7<p class="MsoNormal"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Την ίδια περίπου ώρα, σε μια σκοτεινή γωνία ενός </span><span style="font-size:100%;">bar</span><span style="font-size:100%;"> <span lang="EL">κοντά στις όχθες του Σηκουάνα, ένας άνδρας καθόταν μόνος σε ένα τραπέζι και κοίταζε το παγακι να λιώνει μέσα σε ένα ποτήρι από φτηνή τεκίλα. Τρία χρόνια είχαν περάσει από τότε που ο </span></span><span style="font-size:100%;">Bob</span><span lang="EL" style="font-size:100%;"> ήρθε στο Παρίσι. Κυνηγημένος από τους ομοί</span><span style="font-size:100%;">o</span><span lang="EL" style="font-size:100%;">υς του όταν αποφάσισε να τους εγκαταλείψει, ξένος ανάμεσα στους ανθρώπους. Το μόνο που είχε θελήσει ήταν να ζήσει σαν άνθρωπος, το μόνο που είχε βρει ήταν η μοναξιά και ο φόβος. <span style=""> </span><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span lang="EL" style="font-size:100%;"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span lang="EL" style="font-size:100%;">«Ίσως είναι ανθρώπινο να αισθάνομαι μόνος» , σκέφτηκε και χαμογέλασε πικρά. «Και σίγουρα είναι ανθρώπινο το ότι θα πεθάνω». Πάνε τρεις μήνες από εκείνη την διάρρηξη στο σπίτι του, τρεις μήνες χωρίς το σπαθί. Αργά ή γρήγορα θα τον έβρισκαν, και τότε θα ήταν ανίσχυρος απέναντι τους.<o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span lang="EL" style="font-size:100%;"><o:p> </o:p></span></p> <p class="MsoNormal"><span lang="EL" style="font-size:100%;">Τελείωσε με μια γουλιά την τεκίλα και βγήκε έξω. Του χρειαζόταν λίγη διασκέδαση.<o:p></o:p></span></p>orestishttp://www.blogger.com/profile/03811808390136438524noreply@blogger.com8tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-73108432801545796382007-05-17T14:22:00.000+02:002007-05-19T08:45:49.153+02:002.6Ανάμεσα στον νυχτερινό ουρανό με τα αμέτρητα αστέρια του και τον δρόμο βρίσκονταν ο Τζακ, στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου. Όλα φαίνονταν ήσυχα, δεν είχε φεγγάρι εκείνο το βράδυ, αλλά στον δρόμο μπορούσες να διακρίνεις καθαρά τους ανθρώπους που περνούσαν. Προσπαθώντας να βάλει σε μία τάξη τις χιλιάδες σκέψεις στο μυαλό του, διέκρινε μία ανθρώπινη φιγούρα, αρκετά κοντά στο σημείο που ο δρόμος έκανε στροφή δεξιά. Είχε γυναικεία χαρακτηριστικά, στέκονταν όμως ακίνητη και με το πρόσωπο της στραμμένο προς στον Τζακ. Για λίγα λεπτά κοιτούσανε ο ένας τον άλλον λες και κάτι περίμεναν να συμβεί.<br /><br />Την ώρα που την παρατηρούσε μία σιγανή μουσική άρχισε να αποσπά την προσοχή του. Ο Τζακ δεν μπορούσε να αντιληφθεί από που προέρχεται. Κοιτάζοντας αριστερά και δεξιά σκέφτηκε “κάποιος από το ξενοδοχείο δεν έχει ύπνο και χρειάζεται παρέα”. Ξαναγύρισε το βλέμμα του στην στροφή του δρόμου για να κοιτάξει μια φορά ακόμα την μυστηριώδη αυτή γυναίκα, μόνο που αυτή δεν ήτανε εκεί.<br /> <br />Παραξενεύτηκε ακόμα περισσότερο, όμως η μουσική άρχισε να ακούγεται όλο και περισσότερο σε σημείο που να είναι αρκετά ενοχλητική. Εκείνη την στιγμή ο αέρας βάρυνε, έγινε αποπνικτικός, “γαμώτο μου η μουσική βρίσκεται μέσα στο κεφάλι μου” μούγκρισε ο τζακ και γρήγορα έτρεξε προς την πόρτα του δωματίου. <br /><br />Ο διάδρομος του ξενοδοχείου του θύμισε πολύ την κλινική. ”Δεν είναι ώρα για σκέψεις” είπε ο Τζακ και τρεκλίζοντας προσπαθούσε να φτάσει στο τέρμα του διαδρόμου και εκεί στις σκάλες αριστερά. Τον κατέβαλε μία απίστευτη κούραση, άρχισε να αισθάνεται να κρυώνει και μία παράξενη ομίχλη κάλυψε τον χώρο. Προχώρησε λίγο και θυμήθηκε ότι ξέχασε το σπαθί πίσω του. <br /><br />“Είναι πολύ αργά για αυτό” άκουσε μία φωνή στο μυαλό του. Μπροστά του μία νεαρή κοπέλα εμφανίστηκε, ψηλή με αγέρωχη κορμοστασιά άλλα με το χαμόγελο του θανάτου. Ο Τζακ απάντησε “εσύ μου προκαλείς την μουσική στο μυαλό μου, κάνε την να σταματήσει”. Απέναντί του η μυστηριώδης αυτή κοπέλα σήκωσε το χέρι της που κρατούσε μία φιγούρα του Κέρβερου. Του φάνηκε ότι ήτανε ζωντανή με τα μάτια του να εκπέμπουν μία απόκοσμη ακτινοβολία.Phantomhttp://www.blogger.com/profile/17104821987805898029noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-32557907783966690052007-05-14T08:09:00.000+02:002007-05-14T08:11:08.777+02:002.5<div align="justify">Από την γαλάζια πλευρά ο όφις, σύμβολο της δημιουργίας και αναπόσπαστο κομμάτι της, αφού ο μέγας όφις Οφίων γονιμοποίησε την Ευρυνόμη, την Θεά των Πάντων που αναδύθηκε γυμνή από το Χάος κατά την κοσμογονία. Από την άλλη πλευρά ένας σκύλος με τρία κεφάλια, ο Κέρβερος, ο φρουρός του Άδη που στέκεται έτοιμος να κατασπαράξει τους ζωντανούς παρείσακτους ή τα πνεύματα που θα δοκίμαζαν να δραπετεύσουν. Toυ είχανε δείξει σχέδια από κατάνα στη «σχολή», αλλά ήταν η πρώτη φορά που θαύμαζε ένα εξωκοσμικό σπαθί από τόσο κοντά. Η θεωρία έλεγε πως ο μόνος τρόπος να σκοτώσεις ένα «δαίμονα», είναι να τον χτυπήσεις με την πλευρά του Κέρβερου. Μπορούσες όμως να τον αναστήσεις μέσα σε τρεις μέρες ξαναχτυπώντας τον απ' την πλευρά του Φιδιού. Αν τρυπούσες όμως με ένα τέτοιο σπαθί ένα ανθρώπινο πλάσμα, μετατρεπόταν σε δαίμονα! Αυτά έλεγε τουλάχιστον η θεωρία. Και δεν ήξερε κάποιον να τα έχει εφαρμόσει στην πράξη.<br /><br />Όλη αυτή η ανάμιξη πανάρχαιων θρύλων, ελληνικής μυθολογίας και σεναρίων τύπου «Χαϊλάντερ» και «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», τον έφερνε σε αμηχανία. Ένας μόνιμος καυγάς του με την Kate οφειλόταν στην εμμονή της να δίνει σε τέτοιου είδους βιβλία μεγαλύτερη σημασία από αυτήν που τους αναλογούσαν. Η αλήθεια ήταν πως προσωπικά, ποτέ του δεν είχε εντρυφήσει σε κάτι τόσο βαθιά. Προτιμούσε τις εφήμερες απολαύσεις της ζωής συντροφιά με δύο παγάκια που κολυμπούν ανέμελα σε μια γυάλινη στρογγυλή πισίνα με Haig.<br /><br />Τοποθέτησε αργά το κατάνα στην υφασμάτινη αγκαλιά του και το κλείδωσε στη θήκη του. Ψαχούλεψε το πορτοφόλι του και άγγιξε μια ταμπλέτα με Maalox. Έβαλε ένα χάπι στο στόμα του και βγήκε στο στενάχωρο μπαλκόνι του δωματίου του. «Πίτσα με αντζούγιες και μαλακίες!», σκέφτηκε καθώς ατένιζε τον ξάστερο ρωμαϊκό νυχτερινό ουρανό. </div>Unknownnoreply@blogger.com15tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-21786747742649317712007-05-10T19:10:00.000+02:002007-05-19T08:47:16.432+02:002.4<p class="MsoNormal">Την ίδια ώρα , αγνοώντας ότι παρακολουθείται από δυο άτομα, ο <span style="" lang="EN-US">Jack</span><span lang="EN-US"> </span>κοιμόταν και ο<span style=""> </span>ύπνος του διαταρασσόταν από περίεργα όνειρα. Το κεφάλι του είχε κατακλυστεί από μία αλληλουχία λάμψεων και μακρόσυρτων ήχων όπου εικόνες από τους τοίχους της κλινικής αναμιγνυόντουσαν με αυτές της μητέρας του και πεδία μαχών. Ο Jack πετάχτηκε όρθιος στο κρεβάτι του την στιγμή που στο όνειρο του έβλεπε μία λάμψη που στο κέντρο της γινόταν μία έκρηξη μωβ χρώματος, καθώς έβλεπε τον εαυτό του να εξαφανίζεται μέσα της. Όλα αυτά συνοδεύονταν από τον ίδιο μακρόσυρτο ήχο που συνεχίστηκε και αφού βγήκε από το όνειρο. Το υπόκωφο βουητό του προκαλούσε τον γνωστό πλέον πονοκέφαλο με τον οποίο ξυπνούσε της τελευταίες εβδομάδες στην κλινική. Κοίταξε γύρω του και αφουγκράστηκε ασυναίσθητα: "Che cazzo vuoi da me? Lasciami in pace!" H δυνατή φωνή μίας γυναίκας διέκοψε την σιωπή της νύχτας, την ακολούθησε η χαμηλόφωνη ενός άντρα... "Scusami, torna a letto, ti prego...". O Jack δεν έδωσε σημασία, έστρεψε το βλέμμα του στο σπαθί που ήταν δίπλα στο κρεβάτι και ξεδίπλωσε προσεχτικά την υφασμάτινη θήκη του. Η διπλή του λεπίδα είχε ένα σκούρο μεταλλικό χρώμα και μία ελαφριά καμπύλη που τελείωνε σε μία γυριστή μύτη. Με μία καλύτερη παρατήρηση έβλεπε κανείς ότι η εσωτερική κόψη έπαιρνε στο φώς μία κοκκινωπή λάμψη ενώ η εξωτερική γυάλιζε με ένα σχεδόν γαλάζιο χρώμα. Η λαβή του ήταν σχετικά απλή από το ίδιο μέταλλο, αλλά πιο άγριο, και τελείωνε σε μία σφαίρα όπου επάνω της ήταν χαραγμένα δύο σύμβολα.</p><p class="MsoNormal"><br /></p><p class="MsoNormal">(byThanos)<br /></p>spithroshttp://www.blogger.com/profile/13933035493642845664noreply@blogger.com5tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-64500609282380100862007-05-06T05:51:00.000+02:002012-06-21T08:10:27.640+02:002.3 - final revision, και άμα σας αρέσειFiumicino, Ρώμη, 11:30pm. Δευτερόλεπτα αφότου μπήκε στην αίθουσα των αφίξεων, τον είχε εντοπίσει. Μαύρο κοστούμι, ανθοδέσμη, ψεύτικο χαμόγελο. Ένα λεπτό αργότερα ήταν βέβαιη πως ήταν μόνος. Ωραία. Τώρα μπορούσε να συγκεντρώσει την προσοχή της στην έξοδο του χώρου παραλαβής αποσκευών.<br /><br />Δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ. Κρατώντας μια μικρή βαλίτσα και μια θήκη μουσικού οργάνου ο μελαχρινός άνδρας ξεπρόβαλλε από την αυτόματη θύρα. Ήταν σίγουρα αυτός. Μέτριο ανάστημα, φαρδιοί ώμοι, γυμνασμένο σώμα και περπάτημα που θα ταίριαζε περισσότερο με φτηνό δέρμα και λεκιασμένα jeans παρά με αυτό το βαμβακερό σακάκι και το υφασμάτινο παντελόνι. Όταν τον είδε να τραβάει με αηδία το αυτοκόλλητο της νικοτίνης από τα χείλη και να βγάζει από την τσέπη του σακακιού το κίτρινο πακέτο Drum δεν της έμεινε η παραμικρή αμφιβολία. Περίμενε τον πρώτο να τον ακολουθήσει και έπειτα κατευθύνθηκε και αυτή προς την έξοδο.<br /><br />Λίγο αργότερα, κρυμμένη στις σκιές, κοίταζε προσεκτικά την είσοδο του ξενοδοχείου. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα αλλά το Trastevere είχε ακόμα κίνηση. Παρέες νέων, κάποιοι στην ηλικία της, πηγαινοέρχονταν συζητώντας ζωηρά και γελώντας. Χαμογέλασε για μια στιγμή αναπολώντας την περίοδο που μπορούσε ακόμα να ζει σαν φυσιολογικός άνθρωπος. Μόνο για μια στιγμή. Γιατί έπρεπε να σκεφτεί κάτι γρήγορα.<br /><br />Τα γεγονότα της μέρας ήταν τόσο καταιγιστικά που ακόμα προσπαθούσε να τα χωνέψει. Η πληροφοριοδότης της στην κλινική είχε ενημερώσει πως ο Tonperni έστελνε έναν ανυποψίαστο (αλλά στενά παρακολουθούμενο) μαθητευόμενο στο Παρίσι ως δόλωμα για να ξετρυπώσει το Bob. Έτσι και του έβγαινε και αυτό το κόλπο, θα του εξασφάλιζε τόσα λεφτά ώστε να μη χρειαστεί να οργανώσει άλλη βρωμοδουλειά στη ζωή του. Σαν επιβεβαίωση ήρθε ο προφανώς σκηνοθετημένος θάνατός του, που έθαψε όλα τα στοιχεία κάτω από τις στάχτες της κλινικής. <br /><br />Και τώρα, η ανατροπή του σατανικού σχεδίου αλλά και οι ζωές πρωτίστως του Bob, μα και αυτού του φουκαρά, εξαρτώνταν αποκλειστικά από εκείνη...mitsarashttp://www.blogger.com/profile/00548337246524487142noreply@blogger.com62tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-60781617835047439742007-05-05T13:36:00.000+02:002007-05-05T13:40:24.338+02:002.2<p class="MsoNormal">Το ψυχρό αεράκι ήταν βάλσαμο για τα κουρασμένα μάτια του. Μετά από ένα μήνα εξουθενωτικής εκπαίδευσης κάτω από το άγρυπνο βλέμμα των ανώτερων του ένοιωθε χαρούμενος για τα πρώτα λεπτά ελευθερίας μακριά από προσταγές και τιμωρίες. Πήρε το πρώτο ταξί που βρέθηκε μπροστά του και κατευθύνθηκε στο μοτέλ που ανέφεραν οι οδηγίες. </p> <p class="MsoNormal"><o:p> </o:p></p> <p class="MsoNormal">Η Ρώμη είναι στα αλήθεια μια μαγική πόλη στις αρχές του Απρίλη όμως ο <span style="" lang="EN-US">jack</span><span lang="EN-US"> </span>δεν είχε χρόνο για άσκοπες βόλτες. Έστριψε βιαστικά ένα τσιγάρο και στην απόλυτη ησυχία του φτηνού δωματίου άκουσε την καύτρα να ανάβει καθώς η ματιά του γαντζώθηκε στην πινακίδα νεον που άστραφτε στην απέναντι πολυκατοικία. Είχε ακούσει πολλές ιστορίες για αυτόν τον <span style="" lang="EN-US">Bob</span><span lang="EN-US"> </span>ή πως διάολο τον λέγανε και η επικείμενη συνάντηση έκανε το στομάχι του να δένεται κόμπος. Είχε πάψει εδώ και καιρό να πιστεύει σε υπερφυσικά φαινόμενα και μάγισσες πάνω σε σκουπόξυλα, τελευταία όμως είχε επαναπροσδιορίσει <span style=""> </span>και αυτό το σπαθί στο πλάι του, του προκαλούσε μεγάλη νευρικότητα. ‘ Μαλακίες… έπρεπε να είχα σταματήσει από ώρα το ποτό’ σκέφτηκε ‘νωρίς το πρωί έχω μια πτήση για Παρίσι να προλάβω’. Ξάπλωσε με τα ίδια ρούχα που φορούσε από το πρωί και σε δευτερόλεπτα βρισκόταν σε βαθύ ύπνο.</p> <p class="MsoNormal"><o:p> </o:p></p> <p class="MsoNormal">Μια σκοτεινή φιγούρα γλιστρούσε στους διαδρόμους του <span style="" lang="EN-US">port</span><span lang="EN-US"> </span><span style="" lang="EN-US">de</span><span lang="EN-US"> </span><span style="" lang="EN-US">choisy</span>, του σταθμού μετρό στο νότιο Παρίσι. Ο μεγαλόσωμος άντρας με τα μακριά μαλλιά και τα μαύρα ρούχα δεν διασταύρωσε το βλέμμα του με κανένα άλλο επιβάτη. Είχε αφιερώσει πολύ χρόνο και προσπάθεια για την συνάντηση με τον αρχηγό του παράνομου κυκλώματος στην κινέζικη συνοικία και το φτωχό αποτέλεσμα έκανε το αίμα του να βράζει. Δεν έμαθε τίποτα που θα τον βοηθούσε στην αναζήτηση του αντικειμένου του πόθου του με αποτέλεσμα τα πόδια του τώρα να είναι δυο φορές πιο βαριά. Ένοιωθε αδύναμος και κουρασμένος. ‘Πρέπει να το βρω γρήγορα’ σκέφτηκε ‘αλλιώς είμαι χαμένος…’</p> <p class="MsoNormal"><o:p> </o:p></p>gfoufoutoshttp://www.blogger.com/profile/10378243128991431880noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-10822614518035366342007-05-04T23:51:00.000+02:002007-05-19T08:51:33.885+02:002.1<p class="MsoNormal" style="TEXT-ALIGN: justify">«Επιτέλους» σκέφτηκε η <span lang="EN-US">Mary</span> και κάθισε αναπαυτικά στη καρέκλα της. Είχε μία ώρα που είχε φύγει ο διευθυντής και έτσι βρήκε την ευκαιρία λίγο να χαλαρώσει. Οι τελευταίες δεκαπέντε μέρες ήταν σκέτος εφιάλτης γι’ αυτή. Επικρατούσε πανικός στη “κλινική”. Άγνωστες φυσιογνωμίες μπαινόβγαιναν συνέχεια στο γραφείο του διευθυντή, και μερικές φορές έμεναν εκεί για ώρες. Στην ίδια είχε ανατεθεί να ξεθάψει από το αρχείο τους φακέλους των επίλεκτων. Δεκαπέντε μέρες δεν είχε σηκώσει κεφάλι και<span style="font-size:0;"> </span>το μόνο που περίμενε ήταν να γυρίσει ο διευθυντής μιας και σήμερα που είχε τα έκτα του γενέθλιά ο γιος της, θα την άφηνε να πάει νωρίτερα σπίτι της. <span style="font-size:0;"></span><?xml:namespace prefix = o /><o:p></o:p></p><p class="MsoNormal" style="TEXT-ALIGN: justify">Δεν είχε πρόβλημα με τη πολύ δουλειά, υπήρξαν περίοδοι που έκανε και τρεις δουλειές ταυτόχρονα για να μπορέσει να τα βγάλει πέρα, όμως τώρα, είχε και αυτό το πονοκέφαλο που δεν έλεγε να την αφήσει με τίποτα εδώ και περίπου δύο εβδομάδες. <o:p></o:p></p><p class="MsoNormal" style="TEXT-ALIGN: justify">«Πρέπει να πάω σε κανένα γιατρό» είπε από μέσα της και εκείνη τη στιγμή μπήκε η <span lang="EN-US">Alicia</span>, η δεύτερη<sup> </sup>γραμματέας του διευθυντή. <o:p></o:p></p><p class="MsoNormal" style="TEXT-ALIGN: justify">«΄<span lang="EN-US">A</span>ντε σήκω, πάμε να συμμαζέψουμε, μπας και καταφέρεις και σε δει λίγο το παιδί σου σήμερα». Καθώς καθάριζε το γραφείο του διευθυντή σκεφτόταν ότι μάλλον δε θα πήγαινε ποτέ στο γιατρό μιας και ο πονοκέφαλος που είχε προφανώς προερχόταν από την ένταση των τελευταίων ημερών, γιατί και η <span lang="EN-US">Alicia</span><span lang="EN-US"> </span>ταλαιπωρούταν από τους ίδιους πονοκεφάλους δέκα μέρες τώρα. <o:p></o:p></p><p class="MsoNormal" style="TEXT-ALIGN: justify">Τότε κάτι τη σταμάτησε, μια περίεργη ησυχία που δε μπορούσε να ερμηνεύσει και που τις είχε κόψει την ανάσα. Σαν να είχαν σταματήσει τα πάντα να κινούνται στην κλινική. Πρόλαβε να κοιταχτεί για λίγο με τη <span lang="EN-US">Alicia</span> στα μάτια…</p><p class="MsoNormal" style="TEXT-ALIGN: justify"><br />«’<span lang="EN-US">O</span>λα εντάξει με την κλινική <span lang="EN-US">Tofilippo</span>” είπε ο <span lang="EN-US">Torres</span> καθώς έβλεπαν τον <span lang="EN-US">Jack</span> να απομακρύνεται από το<span style="font-size:0;"> </span>ελικόπτερο κρατώντας δυνατά στην αγκαλιά του το σπαθί του <span lang="EN-US">Bob</span> και το φάκελο που περιείχε οδηγίες για να μπορέσει να τον εντοπίσει. <o:p></o:p></p><p class="MsoNormal" style="TEXT-ALIGN: justify">«όλα τα κανάλια μιλάνε για την έκρηξη »<o:p></o:p></p><p class="MsoNormal" style="TEXT-ALIGN: justify">«Έχεις ακόμα μια τελευταία εκκρεμότητα <span lang="EN-US">Luigi</span>, για την ακρίβεια δύο» έιπε ο<span lang="EN-US"> Tonperni</span><span lang="EN-US"> </span>και τράβηξε το βλέμμα του από τον Τζακ και κοίταξε το πιστόλι που ήταν στριμωγμένο κάτω από το κάθισμα.<o:p></o:p></p>spithroshttp://www.blogger.com/profile/13933035493642845664noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-8509137657113677499.post-4703756073913360472007-05-04T12:43:00.000+02:002007-05-19T08:50:32.624+02:001.1-7"Έχω πονοκέφαλο" είπε ο Jack τρίβοντας τα μάτια του.<br />"Έχω εγώ το γιατρικό" απάντησε ο Bob, και με μια γρήγορη κίνηση έβγαλε το κατάνα από το θηκάρι και το έφερε πάνω από το κεφάλι του.<br />"Σε παρακαλώ κάντο να περ..." και κατεβάζοντας το σπαθί με μια απότομη κίνηση τον αποκεφάλισε...... στα 15 δευτερόλεπτα ζωής που έμεναν στον Jack σκεφτόταν ότι ίσως με ένα depon να ήταν πιο πολύ ευχαριστημένος.<br /></span><span style="font-size:78%;"><em>(by spithros)</em></span><br /><br /><span style="font-size:100%;"><em></em><div align="justify">Όλα άρχισαν 1 χρόνο πριν. Χωρισμένος μετά από 2 χρόνια άψογης σχέσης με την Kate, αδειάζοντας το δεύτερο μπουκάλι Haig σε ένα παγκάκι της εικοστής δεύτερης λεωφόρου και με την βροχή να τον πιρουνιάζει ως το κόκαλο η φωνή της αντηχούσε ακόμα στα αυτιά του: ''Jack βαρέθηκα την μίζερη ζωή σου, τους άχρηστους φίλους σου και τα καμένα σαββατοκύριακα. Τελειώσαμε.''. Ήξερε ότι χρειαζόταν μια αλλαγή. Έπρεπε να πάρει μια απόφαση. Και έπρεπε να την πάρει γρήγορα... Εκείνη τη στιγμή μια λάμψη άστραψε στα μάτια του...</span><br /><em><span style="font-size:78%;">(by gfoufoutos)</span></em><br /><br />«Ναι! Αν υπάρχει μια λύση, μια διέξοδος από αυτή τη μαύρη κατάντια, θα την ξέρει αυτός. Αυτός και κανένας άλλος...». Ξεχνώντας ότι κρατούσε το μπουκάλι, προσπάθησε να στηριχτεί στο δεξί χέρι για να σηκωθεί από το παγκάκι. Μ' ένα κρακ ο λαιμός θρυμματίστηκε και κομματάκια γυαλιού χώθηκαν στην παλάμη και τα δάχτυλά του. «Μαλάκα!», σιγομουρμούρισε. Το ουίσκι αγκάλιασε τις πληγές και ο οξύς πόνος τον έκανε να ξεστομίσει άλλη μια βλαστήμια, αυτή τη φορά δυνατά. Αλλά δεν είχε άλλο χρόνο για χάσιμο. Τρεκλίζοντας διέσχισε τις λίγες γιάρδες που τον χώριζαν από τον τηλεφωνικό θάλαμο. Με ανυπομονησία έχωσε τα χέρια στις τσέπες του μουσκεμένου σακακιού. «Έχει γούστο να μην έχω ψιλά τώρα» πρόλαβε να σκεφτεί, πριν τα ακροδάχτυλα του αγγίξουν το κρύο μέταλλο του τελευταίου του δολαρίου. Αναστέναξε ανακουφισμένος. Καθώς έσπρωχνε το κέρμα στη σχισμή ένιωθε την καρδιά του να χτυπάει δυνατά και όλες του τις ελπίδες συγκεντρωμένες σ' ένα σήμα επιλογής...</span><br /><em><span style="font-size:78%;">(by mitsaras)</span></em><br /><br />Ναι, σκέφτηκε ξανά, ο Τοfilippo είναι ο μόνος που μπορεί να του χαρίσει την αλλαγή που θα τον έβγαζε από αυτό το αδιέξοδο... μία απροσδιορίστου φύλου φωνή ακούστηκε από την άλλη μεριά του ακουστικού:<br />"Tοfilippo Τοnperni, λέγεται παρακαλώ..."<br />"Είμαι ο Jack...." και ύστερα από μία παύση μερικών δευτερολέπτων συνέχισε: "Σκέφτηκα καλά την πρόταση σου , είμαι έτοιμος να αλλάξω."<br /><br />Ο συνομιλητής του τού έδωσε μια σειρά από οδηγίες και ονόματα ανθρώπων που έπρεπε να συναντήσει. Προσπάθησε όσο καλύτερα μπορούσε να τα συγκρατήσει όλα στην μνήμη του και χωρίς να το καταλάβει είχε βγει ξανά στη δυνατή βροχή. Λίγα λεπτά αργότερα βρισκόταν ήδη καθ' οδόν για τον πρώτο σταθμό του περίεργου αυτού ταξιδιού του. <br /><br />Είχε πλέον περάσει ένας μήνας από εκείνη την βροχερή νύχτα. Ο Jack ξύπνησε στο ράντζο μιας βρώμικης κλινικής όπου οι κατσαρίδες έκαναν τρελά πάρτι. Στον τοίχο απέναντι του υπήρχε μια κιτρινισμένη αφίσα από ένα εξωτικό νησί, τα αυτιά του βούιζαν σαν χύτρα που είναι έτοιμη να σκάσει και είχε το συναίσθημα ότι κάτι επάνω του είχε αλλάξει. Δεν ένιωθε ο παλιός του εαυτός. Δεν ήταν πια ο Jack.<br /></span><br /><em><span style="font-size:78%;">(by Thanos Zakopoulos με guest writer Nikos. From Bulgaria with love)<br /></span></em><br /><span style="font-size:100%;">Η "κλινική" του κυρίου Τonperni δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα στρατόπεδο αξιολόγησης και εκπαίδευσης περιθωριακών ατόμων της κοινωνίας. Μια "λεγεώνα των ξένων" του σύγχρονου κόσμου. Κρυμμένη σε ένα δάσος της Σαρδηνίας, μόλις μισή ώρα από το Κάλιαρι, η "Κλινική Τonperni" παρουσιαζόταν στον ταξιδιώτη σαν πολυτελής κλινική αποτοξίνωσης για επίλεκτα κακομαθημένα μέλη βορειοευρωπαϊκών οικογενειών. Πολύ λίγοι ήξεραν την βρώμικη πραγματικότητα.<br /><br />Ο Τζακ ήταν ένας από αυτούς τους λίγους. Ήξερε πολύ καλά τι ζητούσε πηγαίνοντας στην Ιταλία. Τα οικονομικά ποτέ δεν ήταν και το φόρτε του αλλά ο κύριος λόγος του ταξιδιού του παρέμενε συγκλονιστικά απλός: να ξεχάσει. Η Kate όμως, ή τουλάχιστον η σκέψη της, δεν είχε ακόμη συμφωνήσει. Επέμενε να τον επισκέπτεται τα βράδια στον ύπνο του με το γλυκό της χαμόγελο κάτω από τις μικρές κόκκινες φακίδες στα μάγουλά της. Τον πλησίαζε και του χάιδευε το..."Τζακ Τζερεμάια!"<br />Η φωνή τον επανέφερε ανώμαλα στην πραγματικότητα.<br />"Τώρα αμέσως στο γραφείο του Διευθυντή!"<br /><br />Το γραφείο του Διευθυντή ήταν στο ψηλότερο σημείο του οικήματος. Έβλεπε το απέραντο δάσος του Γκαντόνι αλλά -κυρίως- έβλεπε ολόκληρη την αυλή της κλινικής και τους πανύψηλους τοίχους που την περιέβαλλαν. Γνώριζε πως μια επίσκεψη στο διευθυντή σήμαινε δύο πράγματα: πρώτον, πως ήταν έτοιμος να αναλάβει την πρώτη του αποστολή. Και δεύτερον, λεφτά. Πολλά λεφτά.</span><br /><em><span style="font-size:78%;">(by civil)</span><br /></em><br /><span style="font-size:100%;">Ανοίγοντας την βαριά ξύλινη πόρτα ο τζακ βγήκε στον διάδρομο. Ένας μακρύς διάδρομος με διακλαδώσεις και πολλές εισόδους και εξόδους. Ένας πραγματικός λαβύρινθος. Εύκολα μπορούσε κάποιος να χαθεί, ευτυχώς που ο Τζακ είχε ξαναβρεθεί στο γραφείου του κ. διευθυντή και δεν μπορούσε να μπερδευτεί.<br /><br />Αν εξαιρέσουμε την βρωμιά, Η κλινική αποτέλεσε ένα παράδειγμα αναπαλαίωσης ενός παλιού αρχοντικού. Κανείς δεν γνωρίζει την παλαιότητα του οικήματος αλλά και κυρίως γιατί ένα τόσο μεγαλοπρεπές κτίσμα να βρίσκεται χωμένο στα δάση της Σαρδηνίας.<br /><br />Ο Τζακ περπατούσε τον διάδρομο με το φως του ηλίου να δημιουργεί παιχνιδίσματα, σαν κρυστάλλινους πάγους που βρίσκονται αμετακίνητοι για μία αιωνιότητα. Οι τοίχοι με το σκούρο καφέ χρώμα τους βρίσκονται σε μόνιμη κόντρα με το φως της ημέρας. Ένα ατελείωτο παιχνίδι δίχως τέλος, δίχως νικητή. Επάνω τους βρίσκονται καρφωμένα πάμπολλα καντήλια<br />και κεριά για να δίνουν φως το βράδυ μιας και το ηλεκτρικό ρεύμα υπάρχει μόνο εκεί που χρειάζεται. Οι τοίχοι είναι στολισμένοι με διάφορους πίνακες ακραίου περιεχομένου. Η προσπάθεια των υπεύθυνων να παρουσιάσουν την «κλινική» σε κάτι άλλο από αυτό που είναι οδήγησε σε υπερβολικά αποτελέσματα άλλα άκρως επιτυχημένα.<br /><br />Ξαφνικά ακούγονται γρήγορα βήματα και σιγανές φωνές. Ο Τζακ σταμάτησε και άρχισε να αφουγράζεται. οι ήχοι άρχισαν να γίνονται όλο και δυνατότεροι.</span><br /><em><span style="font-size:78%;">(by phantom writter)</span></em><br /><br /><span style="font-size:100%;">Μια πόρτα άνοιξε πίσω του, και γυρίζοντας αντίκρισε τον δρα. Tonperni και τον συνεργάτη του Luigi Torres.<br />«Jack! Δεν έχουμε καθόλου χρόνο, μάζεψε τα πράγματα σου και κατέβα<br />στο ελικοδρόμιο στην αυλή. Τώρα!»<br />Τριάντα λεπτά πιο μετά, καθισμένοι και οι τρεις αναπαυτικά σε ένα ελικόπτερο που πέταγε 450 πόδια πάνω από το δάσος του Γκαντονι , ο Jack αποφάσισε ότι ήρθε η ώρα να ρωτήσει κάποια πράγματα.<br />«Είχαμε επαφή», είπε ο Tonperni, και αφήνοντας μερικά δευτερόλεπτα να περάσουν , σαν για να κοπάσει ο γδούπος από τα λόγια του, πρόσθεσε:<br />«Ζει στο Παρίσι αυτή τη στιγμή, με το όνομα Bob Tyres. Είστε απολύτως συμβατοί, το ελέγξαμε. Όταν φτάσεις θα σου πούμε τι ακριβώς πρέπει να κάνεις. »<br />Επαφή! Ο Jack ήξερε πολύ καλά τι σήμαινε αυτό. </span></div><span style="font-size:100%;">Bob! Αστείο όνομα για ένα πλάσμα σαν αυτό. Η λέξη «δαίμονας», ταυτισμένη τόσους αιώνες με σαυροειδή πλάσματα με ουρά και κέρατα ήταν τελείως ακατάλληλη να περιγράψει την πραγματική φύση του Bob, ήταν όμως ότι πιο κοντινό υπήρχε για αυτήν στην αγγλική γλώσσα.<br />«Και στέλνετε εμένα? Είστε τρελοί? Τι ακριβώς περιμένετε να γίνει?»<br />«Ησύχασε Jack» είπε ήρεμα ο Tonperni, «o "Bob" είναι αποστάτης. Πιστεύουμε θα μας βοηθήσει.»<br />Η σκέψη του Jack πήγε σε ένα μπουκάλι Haig που έπρεπε να είχε κάτσει να τελειώσει 1 μήνα πριν, αντί να πάρει τηλέφωνο τον Tonperni. Πολύ αργά για αυτό τώρα.<br />«Jack, θα σου χρειαστεί και αυτό» είπε ο καθηγητής βγάζοντας από την τσάντα του ένα κατανα. Ένα κατανα που δεν χρειαζόσουν ένα μήνα ειδική εκπαίδευση στη Σαρδηνία για να καταλάβεις ότι δεν φτιάχτηκε σε αυτόν τον κόσμο. Αρκούσε να κοιτάξεις.<br />«Ήταν του Bob πριν έρθει στην κατοχή μας. Θα χαρεί να το δει, είμαι<br />σίγουρος.» είπε ο Tonperni.<br />Αυτό που δεν μπορούσε να ξέρει εκείνη τη στιγμή ο Jack ήταν ότι το κατανα αυτό θα του έκοβε τo κεφάλι σχεδόν έντεκα μήνες αργότερα, ενώ αυτό που δεν θα μπορούσε καν να φανταστεί, ήταν ότι το ίδιο κατανα θα του χάριζε ξανά τη ζωή 3 μέρες πιο μετά.</span><br /><em><span style="font-size:78%;">(by orestis)</span></em></span>Unknownnoreply@blogger.com4